ΠΕΚ νεοδιορίστων. "Επιμόρφωση" στη λογική της αποδοχής της αξιολόγησης και του σχολείου της αγοράς

της Φωτεινής Πανοπούλου

Το ζήτημα της απουσίας ουσιαστικής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, είναι ένα ζήτημα που έχει πολλές φορές επισημανθεί από το εκπαιδευτικό κίνημα και αναδείχτηκε και στην πρόσφατη πολυήμερη απεργιακή κινητοποίηση. Επίσης, έχει καταγγελθεί επανειλημμένα ­και από την OΛΜΕ και από πολλές ΕΛΜΕ­ το γεγονός ότι η εισαγωγική επιμόρφωση είναι μιας απίστευτης προχειρότητας διαδικασία, όπου διασπαθίζονται τεράστια ποσά, εντελώς δυσανάλογα με την αμφίβολη  ­ή μάλλον αναμφίβολα χαμηλή­ ποιότητα και τη φοβερή ταλαιπωρία που υφίστανται οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί, ιδιαίτερα των απομακρυσμένων περιοχών. Δε θα σταθούμε, λοιπόν, σ’ αυτά τα ζητήματα που είναι πλέον κοινός τόπος, σαν να κομίζαμε γλαύκας εις Αθήνας.

Αν θεωρήσουμε, όμως, ότι ο προσανατολισμός των σεμιναρίων εισαγωγικής επιμόρφωσης του ΠΕΚ Στερεάς Ελλάδας ήταν ενδεικτικός μιας γενικότερης κατεύθυνσης ­ γεγονός για το οποίο είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι­ πρέπει να επισημάνουμε ότι φέτος είχαν να επιδείξουν μια σημαντική ποιοτική διαφοροποίηση: Την ανοιχτή προπαγάνδα της κυβερνητικής πολιτικής και της «επιμόρφωσης» στη λογική της πλήρους αποδοχής του «νέου χαρακτήρα» του σχολείου και των σαρωτικών αλλαγών που είναι απολύτως «αναπόφευκτες», προκειμένου να ευθυγραμμιστούμε με τις διεθνείς εξελίξεις.

Η αξιολόγηση και ο νέος χαρακτήρας του σχολείου

Το πρόγραμμα της Α’ φάσης της εισαγωγικής επιμόρφωσης που είναι υποχρεωτική για όλους (έχοντες και μη έχοντες προϋπηρεσία) περιλαμβάνει 60 ώρες ταχύρρυθμου πασαλείμματος. Oι πρώτες 18 ώρες αφιερώνονται στα γενικά παιδαγωγικά ζητήματα που «αφορούν όλες τις ειδικότητες». Στην πραγματικότητα αποτελούν μια παρέλαση συμβούλων, παρασυμβούλων και διευθυντάδων όλων των ειδικοτήτων που προσφέρουν ­με το αζημίωτο­ τα φώτα τους επί παντός ζητήματος: Βλέπε ένα ανερμάτιστο σύνολο, το περιεχόμενο του οποίου εξαρτάται μόνο από το ποιο θέμα έχει εύκολο και πρόχειρο για να παρουσιάσει ο καθένας. Ε, φέτος υπήρξε μια στοιχειώδης συνοχή και ένας κοινός παρονομαστής: Η προσπάθεια να παρουσιαστούν οι επιχειρούμενες αντιδραστικές αλλαγές στο χώρο της εκπαίδευσης σαν να ήταν ήδη γεγονός!

Oι βασικές επισημάνσεις των εισηγητών ­εκτός ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων­ αφορούσαν:

 Την αξιολόγηση κατά πρώτο λόγο: Μη φανταστείτε καμιά προσπάθεια να προσεγγιστεί το ζήτημα σε βάθος και να αναλυθεί η ουσία του. Αυτό που τονίστηκε μετ’ επιτάσεως ήταν το αναπόφευκτο και αναπότρεπτο της αξιολόγησης, η οποία δε θα είχε τιμωρητικό χαρακτήρα ­σύμφωνα με τη νέα μόδα που λανσάρεται­ αλλά θα βοηθήσει τους εκπαιδευτικούς να βελτιώσουν το έργο τους, αφού αν την αναλάβουν οι σύμβουλοι που είναι άνθρωποι του κλάδου (!) θα αποτελέσει μια εσωτερική παιδαγωγική υπόθεση.

Η αγωνία τους βασικά ήταν να την παρουσιάσουν ως ένα γεγονός που «έρχεται» ­«πείτε καλύτερα πως ήρθε»­ κι όποιος δεν το κατανοήσει εγκαίρως και δεν προσαρμοστεί στη νέα αυτή πραγματικότητα, θα γίνει απλά γραφικός. Και για να καταστεί απολύτως σαφές ότι η αξιολόγηση αποτελεί μια μη αναστρέψιμη διεθνή επιταγή, ακολουθούσε η απαραίτητη σχετική δυσφήμιση των ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων («το Πολυτεχνείο Αθήνας κατέχει μια από τις τελευταίες θέσεις στη διεθνή κατάταξη» ­ με ποια κριτήρια; Άγνωστον...).

Όταν δε άρχισαν οι παρεμβάσεις από τη μεριά του άναυδου ακροατηρίου για τη σύνδεση αξιολόγησης-χρηματοδότησης, για την υποχρηματοδότηση που ήδη αντιμετωπίζουν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, η απάντηση ήταν «αποστομωτική»: «Εδώ δεν κάνουμε πολιτική. Εξετάζουμε το ζήτημα αντικειμενικά»!

 Τη δομή-διοίκηση του σχολείου: Το ζήτημα της δομής-διοίκησης του σχολείου προσεγγιζόταν και επικέντρωνε βασικά στο ζήτημα της ανάγκης να λειτουργήσει το σχολείο με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ως μια «υγιής επιχείρηση» δηλαδή, με οικονομικό διευθυντή (βλέπε manager), που θα μπορεί να προσελκύσει χρηματοδότηση από σπόνσορες, ευρωπαϊκά προγράμματα κ.ά. Τη σχετική εισήγηση, μάλιστα, έκανε ένας διευθυντής σχολείου που διαφήμιζε το πόσο πολύ τον βοήθησε στο παιδαγωγικό του έργο και στο να αντιληφθεί το νέο πνεύμα, το γεγονός ότι δούλεψε για πολλά χρόνια στον ιδιωτικό τομέα, ως χημικός στη βιομηχανία!

 Τα Ευρωπαϊκά Προγράμματα: Για τα ευρωπαϊκά προγράμματα αφιερώθηκε ένα αυτοτελές δίωρο και το θέμα εισηγήθηκε σύμβουλος που ασχολείται αποκλειστικά ως προωθητής ευρωπαϊκών προγραμμάτων ­καλά ακούσατε!­ και δέχεται μάλιστα στο γραφείο του τα απογεύματα τους ενδιαφερόμενους να αναλάβουν προγράμματα σχολείων, για περισσότερες πληροφορίες!

Αφού ενημερωθήκαμε πλήρως και σφαιρικώς για όλα τα προγράμματα, τις σχετικές ηλεκτρονικές διευθύνσεις και τα «οφέλη» ­πόσα λεφτά παίρνεις το χρόνο, πόσα ταξίδια μπορείς να κάνεις στο εξωτερικό­ φτάσαμε στην ουσία: Όποιος δεν προσαρμοστεί στο νέο πνεύμα και δεν «ανοίξει το μυαλό του» από τις ευκαιρίες που προσφέρονται στη νέα προσέγγιση της εκπαιδευτικής πράξης, θα απομονωθεί στη μιζέρια του και θα τσακώνεται για τις εφημερίες... Και η πρόβλεψη: Σε λίγα χρόνια οι μισοί εκπαιδευτικοί θα κάνουν προγράμματα, θα εξασφαλίζουν χρηματοδότηση για τα σχολεία τους ­και όχι μόνο­ θα έχουν προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα και οι άλλοι μισοί θα κάνουν... απεργίες (!).

 Το συνδικαλιστικό κίνημα: Απαραίτητο συμπλήρωμα της προπαγάνδας αποτέλεσε, βέβαια, η προσπάθεια απαξίωσης του εκπαιδευτικού κινήματος. Τι δεν ακούσαμε! Ότι δεν έχει προτάσεις, ότι οι συνδικαλιστές είναι μίζεροι, ότι κοιτάνε την πάρτη τους και όσοι δεν το κάνουν είναι γραφικοί και ματαιοπονούν, αφού τα συνθήματα της OΛΜΕ είναι παρωχημένα και δεν αφουγκράζονται τα σημεία των καιρών και άλλα παρόμοια.

Συμπέρασμα: Μπορεί η επιμόρφωση να μην είναι ουσιαστική, μπορεί να αναμασώνται απλά μια σειρά παιδαγωγικές σχολές και θεωρίες, ανεδαφικές, εκτός της κοινωνικής πραγματικότητας, που αντιμετωπίζουν τους μαθητές «ουδέτερα», αταξικά, αλλά με σεβασμό της προσωπικότητας και κυρίως της «διαφορετικότητάς» τους ­μια γεύση από ΑΣΕΠ δηλαδή­ μπορεί τα ΠΕΚ να έχουν τη λογική του φαστφουντάδικου, να βγει όμως και κάτι από αυτή την ιστορία.

Να προκαταλάβουμε τη νέα φρουρά των εκπαιδευτικών, κυρίως των πιο νέων και άπειρων ­ώστε αν όχι να τους κερδίσουμε, τουλάχιστο να τους αδρανοποιήσουμε μπροστά στις επικείμενες «μεταρρυθμίσεις». Έτσι, κερδίζουμε και την έξωθεν καλή μαρτυρία και τα εύσημα, ενώπιον της δικής μας αξιολόγησης: Των επερχόμενων κρίσεων των στελεχών εκπαίδευσης!