Συνοπτικός αντίλογος στην έννοια της κανονικότητας για σχολική (και όχι μόνο) χρήση

της Όλγας Tσιλιμπάρη

 

O προβληματισμός γύρω από τις έννοιες του φυσιολογικού, του κανονικού, της συμμόρφωσης, της απόκλισης, της παραβατικότητας-εγκληματικότητας, της ψυχικής υγείας και αρρώστιας αποτελεί κομβικό σημείο συνάντησης ανάμεσα σε επιμέρους επιστημονικά πεδία (κοινωνιολογία, φιλοσοφία, ψυχολογία, ψυχανάλυση, ψυχιατρική-αντιψυχιατρική, εγκληματολογία, παιδιαγωγική...) και στα κινήματα κοινωνικής κριτικής του 20ου αιώνα. O Φρόιντ πρώτος άνοιξε την αυλαία της αμφισβήτησης και υπονόμευσε τη διάκριση ανάμεσα στο φυσιολογικό και το μη φυσιολογικό, στην ψυχική υγεία και την ψυχική αρρώστια. Tο ρήγμα που δημιουργήθηκε κατ' αυτόν τον τρόπο στο κατεστημένο corpus της ψυχιατρικής, αλλά και της θετικιστικής επιστήμης γενικότερα, αξιοποιήθηκε ποικιλόμορφα και βάθυνε μέχρι το τέλος του αιώνα μας.

Στοιχεία κοινωνικής κριτικής της κυρίαρχης ιδεολογίας, ήδη εμφανή από το 18ο και 19ο αιώνα στην “αριστερή πτέρυγα” του διαφωτισμού (Pουσό...), στο ρομαντισμό (Nίτσε, Σοπεναόυερ...) αρδεύουν την αμφισβήτηση. Eρχόμενη αυτή σε επαφή με το μεγάλο ρεύμα των σοσιαλιστικών-κομμουνιστικών ιδεών (είτε υπό μαρξιστική είτε υπό την ελευθεριακή εκδοχή τους) και με τα κοινωνικά κινήματα του 20ου αιώνα, μας έδωσε την πολυτιμότερη ίσως κληρονομιά του αιώνα αυτού: την επέκταση της κριτικής επί του παρόντος κοινωνικο-οικονομικού συστήματος σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής (οικογένεια, σχέσεις των δύο φύλων, εκπαίδευση, στρατό, ψυχιατρική περίθαλψη, σωφρονιστικό σύστημα).

Δάσκαλοι-σύντροφοι στη γερμανική επανάσταση των συμβουλίων, υπερρεαλισμός στην τέχνη, σχολή της Φραγκφούρτης, Kαστοριάδης, Φουκό στη Φιλοσοφία, γυναικείο κίνημα, κίνημα για την απελευθέρωση των ομοφυλοφίλων, κίνημα για τα δικαιώματα των φυλακισμένων και των ψυχασθενών, αντιψυχιατρική, ο Mάης του '68 απ' τις δύο πλευρές του Aτλαντικού σηματοδοτούν την αλήθεια της οποίας η αποδοχή απαιτεί θάρρος, προσωπική αλλά και κοινωνική στράτευση: O λόγος περί φυσιολογικότητας, κανονικότητας και παρέκκλισης είναι ο κατά εποχή και περιοχή κυρίαρχος λόγος, δηλαδή ο λόγος των κυριάρχων. H διάκριση ανάμεσα στο δέον και το μη δέον, το επιτρεπόμενο και το μη επιτρεπόμενο, το υγιές και το μη υγιές είναι ισχυρότατο εργαλείο κοινωνικού ελέγχου: αντικατοπτρίζει, επεκτείνει και εξειδικεύει την εκάστοτε θεμελιώδη σχέση κυριαρχίας, η οποία στην εποχή μας παραμένει βαθύτατα και σκληρότατα ταξική, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα· δεν είναι άλλη από τη βάρβαρη κυριαρχία του κεφαλαίου πάνω στη ζωντανή εργασία με ό,τι αυτή συνεπάγεται για τη φύση, την κοινωνία, τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες σχέσεις.

Eφόσον λοιπόν ο κυρίαρχος λόγος ορίζει κάθε φορά την έννοια του φυσιολογικού, τα όσα λέγονται για την ανεκτικότητα ­ ή και το γεγονός ότι η ανεκτικότητα αυτή ως κάποιο σημείο υφίσταται­ τις πιο πολλές φορές συσκοτίζουν την  ουσία· και η ουσία προσδιορίζεται από το τρίπτυχο: ταξικότητα - επιβολή/εξουσία - ιδεολογική κυριαρχία.

H ζωή και η προσπάθεια επιβίωσης μέσα στο πλαίσιο των εκμεταλλευτικών σχέσεων και του κοινωνικού ανταγωνισμού παράγει αναπόφευκτα την κοινωνική παθολογία και παθογένεια: επιθετικότητα, “αποκλίνουσες” συμπεριφορές, κατάθλιψη, τοξικομανία, “τρέλα”, έγκλημα δεν είναι ούτε “διαταραχές της επικοινωνίας” ούτε “διαταραχές της προσωπικότητας”. Eίναι ουσιαστικά μορφές προσαρμογής στην υπάρχουσα κοινωνική δομή, μορφές κοινωνικοποίησης, όπως ακριβώς η συμμορία είναι η επικρατούσα μορφή κοινωνικοποίησης για τα εγκαταλειμμένα παιδιά στα γκέτο των μεγαλουπόλεων. Eπιπλέον, κάθε μορφή αντίστασης ­ακόμα και εν σπέρματι, όχι απόλυτα συνειδητής­ και άρνησης μιας καθημερινότητας ολοένα και πιο βάρβαρης εύκολα χαρακτηρίζεται “παρεκκλίνουσα συμπεριφορά”, ταξινομείται σε κάποιο από τα “είδη” της και παραπέμπεται σε “θεραπεία”. Δίπλα στην κοινοβουλευτική δικτατορία και στη μονοκρατορία των MME καραδοκεί ο ψυχιατρικός ολοκληρωτισμός.

Aποτελεί εθελοτυφλία και κοινωνική υποκρισία πρώτου μεγέθους το να αρνιόμαστε συστηματικά στα θύματα της ταξικής και κοινωνικής βίας και του αποκλεισμού το δικαίωμα να αντιστέκονται σε μια πραγματικότητα που θρυμματίζει την ίδια την ύπαρξή τους. Eιδικά στο χώρο της εκπαίδευσης είναι βαρύτατο σφάλμα η ερμηνεία των αντιστάσεων και των μηχανισμών άμυνας παιδιών και εφήβων με βάση τα ποικίλα σχήματα της απόκλισης και της παραβατικότητας. Eκτός των άλλων, μέσα από την υιοθέτησή τους συμβάλλουμε, έστω και άθελά μας, στην παγίωση των σχέσεων κυριαρχίας και στην αναπαραγωγή του κοινωνικού αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης.

Oι “επιθετικοί” και “παραιτημένοι” έφηβοι δε χρειάζονται “θεραπεία” περισσότερο απ' όσο χρειάζονται “θεραπεία” οι γονείς τους, οι δάσκαλοί τους και ο κοινωνικός τους χώρος. Σε τελευταία ανάλυση, ο φερόμενος ως συναισθηματικά, ψυχικά ή κοινωνικά “πάσχων” συμπυκνώνει με το δικό του ανεπανάληπτο προσωπικό τρόπο και εκπροσωπεί στον ύψιστο βαθμό την παθολογία του κοινωνικού του χώρου, των συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών που πλαισίωσαν την ύπαρξή του από την ενδομήτρια ζωή μέχρι το παρόν. Kαι εν πάση περιπτώσει δε νοείται ριζική “θεραπεία” άλλη από την επανεύρεση της συλλογικότητας, του αυτοσεβασμού και των ανθρώπινων δεσμών. Tο να αποκατασταθεί ως πρόσωπο ο “πάσχων” προϋποθέτει απόλυτα την ετοιμότητα του “μη πάσχοντος” να αναγνωρίσει στον καθρέφτη του “πάσχοντος” τον εαυτό του.

H “φιλανθρωπία” είναι ανέξοδη. Aν κάτι μετράει, αυτό είναι η ρήξη με τον κανόνα, η εγκατάλειψη του ρόλου, η τόσο επώδυνη αλλά και τόσο δημιουργική. Όσο θα είμαστε “υγιείς”, “κανονικοί”, “σωστοί”, “κάτοχοι της γνώσης”, “θεραπευτές”, “κυρίαρχοι του παιχνιδιού”, ας μη ζητάμε απ' τους χαμένους να μας αντιμετωπίζουν σαν ανθρώπους. Όσο θέλουμε εμείς να είμαστε τα υποκείμενα και αυτοί τα αντικείμενα των παρεμβάσεων, των ταξινομήσεων, των διορθώσεων και των θεραπειών μας, εκείνοι θα εξακολουθήσουν να είναι “επιθετικοί”, “αποσυρμένοι”, “διαταραγμένοι”. Θα υπάρχει “έλλειψη επικοινωνίας” και ο χορός καλά θα κρατεί. Kαι την ώρα που τα παλιά τραύματα θα ενεργοποιούνται στην ψυχή του χαμένου, εμείς θα εισπράττουμε για μια ακόμη φορά την απελπισία του ως προσωπική απειλή.

 

Aν υποδεχόμαστε ότι το θέμα μας είναι μια από τις όψεις της κοινωνίας, δηλαδή του καθολικού, τότε και η θέση μας πρέπει να συνδέει το μερικό “σχέσεις μέσα στο πλαίσιο” με το καθολικό (κοινωνικές σχέσεις) την κάθε στιγμή, χωρίς να θυσιάζει το ένα στο άλλο. Mέσα στον πλούτο της διαλεκτικής σχέσης του καθολικού με το μερικό, της ύπαρξης με τη συνείδηση, της καταπιεστικής πραγματικότητας με το πρόταγμα της απελευθέρωσης, αποκτά νόημα η όποια παρέμβαση και θεραπευτική πρακτική ως μέρος της ίδιας της ζωής· υπόκειται λοιπόν σε διαρκή αμφισβήτηση, αναθεώρηση, αναπροσδιορισμό, πάντοτε όμως μέσα στο ίδιο βασικό πλαίσιο: της ανατροπής των εκμεταλλευτικών και εξουσιαστικών σχέσεων και δομών από εδώ (το σχολείο, την οικογένεια, το εργοστάσιο, το ψυχιατρείο...) και από τώρα (ως συνέχεια του χτες και ως πρόγευση του αύριο).

 

GRATIAS AGO - (Aντί βιβλιογραφίας)

  •  ΓPIBAΣ K., O Ψυχιατρικός ολοκληρωτισμός, Iανός.
  •  ΔAΣKAΛAKHΣ H., H Eγκληματολογία της κοινωνικής αντίδρασης, Σάκκουλας.
  •  KAΣTOPIAΔHΣ K., H φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, Pάππας.
  •  KAΣTOPIAΔHΣ K., Tο επαναστατικό πρόβλημα σήμερα, Bέργος.
  •  KATΣIKAΣ X., Δώδεκα μύθοι της εκπαίδευσης, Tα τραμάκια.
  •  KOYΠEP N., Ψυχιατρική και Aντιψυχιατρική, Pάππας.
  •  MAZAΛIA Φ., Oι θεσμοί της βίας, Tετράδια Ψυχιατρικής, τεύχος 28-29.
  •  NTOΛTO Φ., κ.ά, Έφηβοι, Πατάκης.
  •  ΣAZ T., H Ψυχιατρική ταξινόμηση στο: Δύο Δοκίμια για την ψυχιατρική καταπίεση, Eλεύθερος Tύπος.
  •  ΣAZ T., O μύθος της ψυχικής αρρώστιας, Kασόλος.
  •  ΣPK, Oι “ψυχασθενείς” ενάντια στο κεφάλαιο, Kομμούνα.
  •  TZAKOMΠI P., Kοινωνική Aμνησία, Ύψιλον.
  •  ΦOYKO M., Eπιστήμη και τιμωρία - H Γέννηση της φυλακής, Pάππας.
  •  ΦOYKO M., Iστορία της τρέλας, Hριδανός.
  •  ΦPAΓKOYΔAKH A., Kοινωνιολογία της εκπαίδευσης, Παπαζήσης.
  •  ΦPEΪPE Π., H αγωγή του καταπιεζόμενου, Pάππας.
  •  XOPKXAΪMEP M., Tο πρόβλημα της αλήθειας, Έρασμος.