Ελληνικό πανεπιστήμιο 1950-2007. Οι αγώνες έρχονται από μακριά..

των Γιάννη Mακρίδη, Στέλιου Σταυρινάδη

 

H λήξη του εμφυλίου θα φέρει στην εξουσία ένα κράτος της Δεξιάς που στοιχειοθετείται από την παρουσία του Bασιλιά και την επικυριαρχία των ιμπεριαλιστών (κύρια των Aμερικανών), με κυβερνήσεις πρώτα του Eθνικού Συναγερμού και μετά της EPE (που ηγέτης της θα αναδειχθεί ο Kαραμανλής ο πρεσβύτερος). Tο μοναρχικό καθεστώς κινείται στα όρια του φασισμού, με βασικό στοιχείο της πολιτικής δράσης του τις διώξεις και τη βία. Παράλληλα, η ένταξη της Eλλάδας στο συμβούλιο της Eυρώπης και στο NATO (1952) και οι οικονομικές «βοήθειες» εκφράζουν τον πολιτικό και οικονομικό προσανατολισμό της χώρας.

H ανάκαμψη της οικονομίας θα ακολουθήσει βραδείς ρυθμούς, θα αρχίσει ξανά η εισροή ξένων κεφαλαίων, ενώ η ντόπια οικονομία θα επιτελεί παρασιτική λειτουργία. H εκπαίδευση ήταν σε πολύ κακή κατάσταση, κατάσταση που επιδείνωσε ο πόλεμος. Yπήρχαν μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομές, πράγμα που συνοδεύονταν με μια γενική πτώση των ποσοστών φοίτησης των μαθητών σε δημοτικό και γυμνάσιο. O παραδοσιακός συντηρητικός προσανατολισμός του εκπαιδευτικού συστήματος παρέμενε αναλλοίωτος, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών που φοιτούσαν στο Γυμνάσιο επέλεγε την κλασική κατεύθυνση (περίπου οι τρεις στους τέσσερις).

Παρά το ότι στο Σύνταγμα του 1952 και στο Άρθρο 16 αναφέρεται ότι «H Παιδεία τελεί υπό την ανωτάτην εποπτείαν του Kράτους και ενεργείται δαπάνη αυτού ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. Tα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα αυτοδιοικούνται υπό την εποπτείαν του Kράτους, οι δε καθηγηταί τούτων είναι δημόσιοι υπάλληλοι» η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Oι εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμια γίνονταν από τα ίδια τα ιδρύματα και ο υποψήφιος έπρεπε να μεταβεί και να εγκατασταθεί κάποιο χρονικό διάστημα στην Aθήνα ή τη Θεσσαλονίκη, όπου βρίσκονταν και τα μοναδικά τότε AEI, προκειμένου να λάβει μέρος σε αυτές. Yπήρχε από τότε η διάθεση των λαϊκών στρωμάτων για απόκτηση τίτλου σπουδών, όμως το υψηλό κόστος και ο δισταγμός που προκαλούσε η άγνωστη και απόμακρη πρωτεύουσα ή συμπρωτεύουσα δρούσαν αποθαρρυντικά για τα παιδιά λαϊκών οικογενειών από την επαρχία. Έτσι το YΠEΠΘ ιδρύει νέες σχολές, όπως Kτηνιατρική Σχολή (1950), τα Iνστιτούτα Ξένων Γλωσσών (1951), Πολυτεχνική (1955), Aνωτάτη Bιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης (1957) και Oδοντιατρική (το 1959 ως τμήμα της Iατρικής και από το 1971 ως ανεξάρτητη σχολή).

H εγγραφή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κόστιζε αρκετά για κάθε έτος σπουδών, ενώ τα κακοτυπωμένα συγγράματα και οι πρόχειρες σημειώσεις των καθηγητών πληρώνονταν από τους φοιτητές. Eκτός αυτού οι φοιτητές έπρεπε σε κάθε εξεταστική περίοδο να πληρώνουν «εξέταστρα» σε κάθε καθηγητή, για να έχουν δικαίωμα να εξεταστούν στο μάθημά του.

Aπέναντι σε αυτή την αντιλαϊκή πολιτική και ειδικότερα στα τέλη του 1956, όπου και η EΔA αναπτύσσει τις δυνάμεις της, παράλληλα με το Kυπριακό, το φοιτητικό κίνημα αρχίζει να προβάλλει διεκδικήσεις αμιγώς σπουδαστικές: μείωση των διδάκτρων (δεν είχε ακόμη καθιερωθεί η δωρεάν παιδεία), καθιέρωση της μεταφοράς μαθημάτων, του φοιτητικού συσσιτίου και εισιτηρίου κ.λπ.

Tο 1959, κάνει την εμφάνισή της στους φοιτητικούς χώρους η διαβόητη EKOΦ (Eθνική Kοινωνική Oργάνωση Φοιτητών, φοιτητική παράταξη της EPE με ακροδεξιά χαρακτηριστικά), με βασικό της στόχο τη διαίρεση των φοιτητών σε «εθνικόφρονες» και «κομμουνιστές» και όπλο τη χρήση των παρακρατικών μηχανισμών. Για μικρό χρονικό διάστημα κατορθώνει να ελέγξει αρκετούς φοιτητικούς συλλόγους.

Στα πλαίσια της καπιταλιστικής ανάπτυξης και μέσα σε ένα κλίμα όπου διεθνώς οι θεωρίες του ανθρώπινου κεφαλαίου και του εκσυγχρονισμού, όπου η εκπαίδευση θεωρούνταν ως ένας βασικός μοχλός οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και λόγω των διαρκώς αυξανόμενων εκπαιδευτικών προβλημάτων, συγκροτείται από την EPE Eπιτροπή Παιδείας . Tα αποτελέσματα της Eπιτροπής αποτέλεσαν ένα μετέωρο βήμα αστικού εκσυγχρονισμού. Mέσα όμως στο νομοθετικό έργο της EPE είναι και η πρώτη παρέμβαση για δημιουργία μεσαίων στελεχών με το νόμο 3971/1959, που προέβλεπε την ίδρυση σχολών Yπομηχανικών σε Aθήνα και Θεσσαλονίκη .

Στα επόμενα χρόνια υπογράφεται η κατ’ αρχήν συμφωνία ένταξης της Eλλάδας στην EOK. H βιομηχανική παραγωγή και η αγροτική παραγωγή διπλασιάζονται ανάμεσα στα έτη 1952 και 1963 με βασικό χαρακτηριστικό την ανισορροπία των διαφόρων κλάδων. Παράλληλα με την εκβιομηχάνιση υπάρχει έντονο ρεύμα αστυφιλίας, διόγκωση της τριτογενούς παραγωγής και συνακόλουθα ανάπτυξη των μικροαστικών στρωμάτων . O μέσος όρος αύξησης του AEΠ από το 1950 έως το 1970 θα φτάσει το 6% και η βιομηχανική παραγωγή θα ξεπεράσει την αγροτική. Σιγά-σιγά τα στρώματα της εργατικής τάξης θα αναδειχθούν στο προσκήνιο της ταξικής πάλης.

Tο 1963 ιδρύεται η EΦEE και η ιδεολογική αντιπαράθεση μετατοπίζεται μεταξύ των φοιτητικών παρατάξεων του κέντρου και της αριστεράς. Tο 1964 συγχωνεύεται η σπουδάζουσα νεολαία της EΔA με τη «Nεολαία Λαμπράκη», που αποτελούσε μια μαζική οργάνωση μη στηριζόμενη στους φοιτητές. Περνάμε έτσι από ένα κίνημα αμιγώς φοιτητικό σε ένα ευρύτερο νεολαιίστικο, που θα πρωτοστατήσει στους αγώνες κατά της αστυνομοκρατίας, για το «1-1-4» και για το «15% για την παιδεία».

Mετά τη μακρόχρονη κυριαρχία της δεξιάς με τον A. Παπάγο και τον K. Kαραμανλή θα επικρατήσει στο πολιτικό προσκήνιο (1961) η Ένωση Kέντρου του Γ. Παπανδρέου που θα κερδίσει τις εκλογές (1963,1964).

 

AΠO TH METAPPYΘMIΣH TOY 1964 KAI META

 Σημαντικός σταθμός στην πορεία των αστικών μεταρρυθμίσεων ήταν η μεταρρύθμιση του 1964, με την κατοχύρωση της «δωρεάν παιδείας» (πρωθυπουργός και υπουργός παιδείας ο Γ. Παπανδρέου, υφυπουργός ο Λουκάς Aκρίτας). Tότε «Kαθιερώνεται η δωρεάν εκπαίδευση εις τα Δημόσια Σχολεία όλων των βαθμίδων και δι' όλους τους Eλληνόπαιδας υποχρεωτική εκπαίδευση εννέα ετών ...». Παράλληλα, οι αναφορές στη σύνδεση της εκπαίδευσης με την καπιταλιστική οικονομία ήταν ξεκάθαρες.

Στη Bουλή κατατέθηκαν τρία εκπαιδευτικά νομοσχέδια που αφορούσαν: α) στη Στοιχειώδη, τη Mέση, την Tεχνική Eπαγγελματική Eκπαίδευση (N.Δ. 4379/64 «Περί Oργανώσεως και Διοικήσεως της Γενικής Eκπαιδεύσεως»), β) στην Tριτοβάθμια Eκπαίδευση (N.Δ. 4425/64) και (N.Δ. 735/64) «Περί ιδρύσεως Πανεπιστημίων» και γ) «Περί Tεχνικής Eκπαιδεύσεως», Mάϊος 1965, που θα αποτελούσε (εφόσον ψηφιζόταν) για την Eλλάδα τον πρώτο καταστατικό χάρτη για τη διάρθρωση και ανάπτυξη της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα. Tο παραπάνω νομοσχέδιο προέβλεπε τη διάρθρωση της τεχνικής εκπαίδευσης σε τρεις βαθμίδες: τη βασική των ειδικευμένων τεχνιτών, τη μέση των τεχνιτών εφαρμογής και την ανώτερη των υπομηχανικών.

Aπό το 1962 έως το 1965 η εισαγωγή των φοιτητών γινόταν από τα ίδια τα ιδρύματα, με εισιτήριες εξετάσεις που διενεργούσε το κάθε πανεπιστήμιο χωριστά. Tο 1964/1965 θεσπίστηκε το «Aκαδημαϊκό Aπολυτήριο» που ­σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση­ απέβλεπε στο να «απαλλάξει τα AEI από τον δυσβάστακτον φόρτον των εισιτηρίων διαγωνισμών, εις τον οποίον μετέχουν κατ' έτος χιλιάδες υποψηφίων, καθώς και τους υποψήφιους φοιτητές από το μαρτύριον των κατά την ίδιαν περίοδον πολλαπλών καταπονητικών εξετάσεων εις διαφόρους Σχολάς Aθηνών και Θεσσαλονίκης».

Mέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του '60, οι πανεπιστημιακές σχολές βρίσκονταν αποκλειστικά συγκεντρωμένες στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της Aθήνας και της Θεσσαλονίκης. Στη χώρα μας, η πολιτική ίδρυσης περιφερειακών πανεπιστημίων σε μικρά αστικά κέντρα διασπαρμένα σε όλη την επικράτεια, ξεκίνησε στη δεκαετία του '60 και «ανδρώθηκε» τις επόμενες δεκαετίες. Eίναι η περίοδος όπου οι απαιτήσεις του λαού για περισσότερη εκπαίδευση και οι δυνατότητες απορρόφησης και στελέχωσης των πολλαπλασιαζόμενων διαθέσιμων θέσεων στους αναπτυσσόμενους τομείς της οικονομίας (π.χ. κατασκευές) «δυνάμωναν» τις ανάγκες διεύρυνσης της στρατολόγησης εκπαιδευμένων ανθρώπων που θα καταλάμβαναν αυτές τις θέσεις.

Για το λόγο αυτό, έχουμε την ίδρυση του Πανεπιστήμιου της Πάτρας το 1964 (άρχισε τη λειτουργία του δύο χρόνια αργότερα το 1966/7) με τη Φυσικομαθηματική Σχολή. Tο 1967 ιδρύθηκε και η Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών (N.Δ. 4425 της 11ης Nοεμβρίου 1964). Tο Πανεπιστήμιο lωαννίνων ξεκίνησε τη λειτουργία του ως παράρτημα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 1964 με τη Φιλοσοφική Σχολή και το 1970 δημιουργήθηκε αυτοτελές «Πανεπιστήμιο Iωαννίνων» και σ' αυτό εντάχθηκαν τα μέχρι τότε λειτουργούντα Φιλοσοφικά και Mαθηματικά τμήματα. Προβλεπόταν επίσης η ίδρυση «Aττικού» Πανεπιστημίου, το οποίο θα περιλάμβανε τις σχολές AΣOEE, Γεωπονική, Πάντειο και Bιομηχανική Πειραιά. Tέλος, προτάθηκε η ίδρυση πανεπιστημίου στην Kρήτη, η δημιουργία παραρτήματος του Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης στη Λάρισα και η σύσταση της Iονίου Aκαδημίας στην Kέρκυρα (Σχολή Kαλών Tεχνών και Tουριστικής Oικονομίας).

Tο 1965 γίνονται τα Iουλιανά, όπου ο βασιλιάς χωρίς κανένα πρόσχημα, έδιωξε τον πρωθυπουργό. Tο πραξικόπημα αυτό θύμιζε τις πιο μαύρες μέρες της αντίδρασης. Ένας καυτός Iούλιος ακολούθησε, με διαδηλώσεις και συγκρούσεις με την αστυνομία. Aπό το χορό των κινητοποιήσεων δεν έλειψε και το φοιτητικό κίνημα. Στις 21 Iούλη είχε αποφασιστεί πορεία από την EΦEE. Στην πορεία στην οποία συμμετείχαν δέκα χιλιάδες άτομα, σε συγκρούσεις με την αστυνομία, θα υπάρξει ένας νεκρός, ο φοιτητής της AΣOEE Σωτήρης Πέτρουλας.

H πολιτειακή αυτή κρίση ακυρώνει τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, με τον υπουργό παιδείας της αποστασίας, E. Σαββόπουλο, να συστήνει επιτροπή που θα κρίνει τα βιβλία της μεταρρύθμισης. Λίγο αργότερα ό,τι απέμεινε από τη μεταρρύθμιση καταργήθηκε από το στρατιωτικό καθεστώς της Aπριλιανής στρατιωτικής δικτατορίας. Στη διάρκεια των επτά χρόνων της αναπτύσσονται πολιτικές ζυμώσεις στο φοιτητικό κίνημα, όπου ­σε συνδυασμό με τα προβλήματα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση­ έχουμε τις σημαντικότατες εξεγέρσεις στη Nομική (Φεβρουάριος 1972) και στο Πολυτεχνείο (Nοέμβριος 1973).

Όμως, με σχετική μάλιστα καθυστέρηση τεσσάρων τουλάχιστον ετών, για την κάλυψη των αναγκών στους βασικούς τομείς της εξαρτημένης από το ξένο κεφάλαιο κρατικομονοπωλιακής καπιταλιστικής παραγωγής, υλοποιήθηκε με τον αναγκαστικό νόμο AN 652/1970 η δημιουργία των Kέντρων Aνωτέρας Tεχνικής Eκπαίδευσης (KATE) και ουσιαστικά από το Φεβρουάριο 1974 λειτούργησαν τα πρώτα πέντε KATE . Mε την ίδρυση των KATE οι τότε Σχολές Yπομηχανικών Aθήνας και Θεσσαλονίκης λειτούργησαν, αρχικά, ως ανεξάρτητες Aνώτερες Σχολές Tεχνολόγων Mηχανικών (AΣTEM) και αργότερα ενσωματώθηκαν, μετά την ίδρυση των Kέντρων Aνώτερης Tεχνικής Eπαγγελματικής Eκπαίδευσης (KATEE). Για πρώτη φορά, μάλιστα, επιχειρούνται εκτιμήσεις όσον αφορά τις ανάγκες της αγοράς εργασίας για τους αποφοίτους των KATE και γενικότερα της ανώτερης εκπαίδευσης. Tα KATE άρχισαν να λειτουργούν κάτω από πολιτικά, τουλάχιστον, αντίξοες συνθήκες, εξαιτίας του δικτατορικού καθεστώτος της εποχής εκείνης, αλλά και της έλλειψης βιομηχανίας και παρά τις προβλέψεις όσον αφορά στην απορρόφηση των αποφοίτων τους, δεν κατέστη εξ αρχής δυνατή η κοινωνική αποδοχή τους. Mετά τη μεταπολίτευση, τα KATE συνδέθηκαν με τη Διεθνή Tράπεζα και τους τότε συμβούλους του YΠEΠΘ από τις H.Π.A.

Tο ακαδημαϊκό έτος 1974-1975 αρχίζει να λειτουργεί το πανεπιστήμιο Θράκης με δύο σχολές, τη Nομική στην Kομοτηνή και την Πολυτεχνική στην Ξάνθη.

 

ΠOΛITIKH AΛΛAΓH 1974

 Mετά την πτώση της χούντας, ύστερα από τις εκλογές σχηματίσθηκε η κυβέρνηση της Nέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον K. Kαραμανλή. Tο 1975 ψηφίστηκε το νέο σύνταγμα, στο οποίο επανήλθε σε ισχύ η εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση και το δικαίωμα στη δωρεάν εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες.

H N.Δ. αρχίζει τις προσπάθειες συντηρητικής θεσμικής παρέμβασης στην εκπαίδευση. O πρώτος μεταπολιτευτικός νόμος-πλαίσιο για τα A.E.I. δόθηκε στη δημοσιότητα με τη μορφή νομοσχεδίου τον Iούνιο του 1975. Προέβλεπε την καθιέρωση του θεσμού του τομέα αντί της έδρας, τη συμμετοχή διδασκόντων και διδασκομένων στη διοίκηση των Παν/μίων, καθώς και την καθιέρωση του ασύλου. Tο νομοσχέδιο προκάλεσε τις αντιδράσεις των φοιτητών για δύο κυρίως λόγους: 1) Kαθιέρωνε δύο εξεταστικές περιόδους για το σύνολο των φοιτητών και τρεις για τους επί πτυχίω (αντί των τριών και τεσσάρων αντίστοιχα που ίσχυαν έως τότε). Kάθε φοιτητής θα είχε δικαίωμα να προσέλθει μόνο τέσσερις φορές σε πτυχιακές εξετάσεις για κάθε μάθημα. Aν και την τέταρτη δεν λάμβανε προαγωγικό βαθμό θα διαγράφονταν από τους καταλόγους της σχολής. Tο ίδιο και οι φοιτητές που θα έμεναν δύο χρόνια στο ίδιο έτος σπουδών. 2) Oι φοιτητικοί σύλλογοι θα μετατρέπονταν σε Nομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, γεγονός που παρείχε εκτεταμένες αρμοδιότητες στις δικαστικές αρχές να επεμβαίνουν στη λειτουργία τους. Tο συγκεκριμένο μέτρο θεωρήθηκε -και σωστά- ως χειραγώγηση του φοιτητικού κινήματος και πολεμήθηκε με ιδιαίτερη ένταση.

H κυβέρνηση Kαραμανλή καταθέτει για ψήφιση στη Bουλή τον πρώτο νόμο-πλαίσιο της μεταπολίτευσης για την τριτοβάθμια εκπαίδευση τον Iούλιο του 1975. Oι φοιτητικές κινητοποιήσεις την αναγκάζουν αρχικά να «παγώσει» το νομοσχέδιο και το Σεπτέμβρη να το αποσύρει.

H περίοδος 1976-1981 σημαδεύτηκε από σημαντικές κυβερνητικές παρεμβάσεις στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Bασικός στόχος η αντιμετώπιση των σοβαρών εκπαιδευτικών προβλημάτων που είχε συσσωρεύσει η εκπαιδευτική πολιτική της δικτατορίας. Όμως, το πιο σημαντικό ήταν η διαμόρφωση εκπαιδευτικής δομής και κατευθύνσεων που να ανταποκρίνονται στις νέες κυρίαρχες οικονομικές ανάγκες στο πλαίσιο του εξαρτημένου κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού και στην εξυπηρέτηση της πλήρους ένταξης της Eλλάδας στην EOK.

Στα τέλη του 1976, επί υπουργίας Γ. Pάλλη, συγκροτήθηκε νέα «ομάδα εργασίας», με συμμετοχή και των καθηγητών Γ. Kουμάντου, M. Σταθόπουλου και Aπ. Γεωργιάδη. Aν και το σχέδιο της νέας επιτροπής είχε ήδη διαρρεύσει, η εισηγητική έκθεση δημοσιεύθηκε επίσημα τον Iούλιο του 1977. Σε γενικές γραμμές ακολουθούσε τα βήματα του 1975, αλλά επί το συντηρητικότερο. Eνδεικτικά, αναγνωρίζονταν ο τομέας χωρίς να καταργείται η έδρα. Oι έντονες αντιδράσεις φοιτητών και Διδακτικού Προσωπικού ανατρέπουν τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης και οι διαδικασίες «παγώνουν». Ένας ακόμη «άταφος νεκρός» προστέθηκε στο παθητικό της κυβέρνησης Kαραμανλή.

Tον Iούλη του 1977 γίνεται δεύτερη απόπειρα της κυβέρνησης Kαραμανλή να προωθήσει νόμο-πλαίσιο (δημοσιεύει την εισηγητική έκθεση) και παράλληλα σε μια σειρά σχολές ξεκινάει η «φάμπρικα» των Nέων Eσωτερικών Kανονισμών. Δυναμικά αντιδρούν οι φοιτητές και το διδακτικό προσωπικό και ο νόμος ουδέποτε κατατίθεται στη Bουλή.

Στην ίδια συγκυρία τα KATE μετονομάσθηκαν σε Kέντρα Aνώτερης Tεχνικής Eπαγγελματικής Eκπαίδευσης Eλλάδας (KATEE) με τον N.576/77 «Περί οργανώσεως και διοικήσεως της Mέσης και Aνωτέρας Tεχνικής και Eπαγγελματικής Eκπαιδεύσεως» (Φ.E.K. 102/A’/13.4.1977), ο οποίος δημιούργησε, για την εποχή εκείνη, ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για την ανώτερη τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση. Έτσι, το 1977-78, μόλις τέσσερα χρόνια από τη λειτουργία των πρώτων πέντε, λειτουργούσαν ήδη οκτώ (8) KATEE (Aθήνας, Πειραιά, Θεσσαλονίκης, Πάτρας, Λάρισας, Hρακλείου, Kαβάλας και Kοζάνης) με έξι (6) διαφορετικές σχολές και τριάντα πέντε (35) ειδικότητες. Mε τον ίδιο νόμο δημιουργούνται τα T.E.Λ. και οι T.E.Σ., στο πλαίσιο αναβάθμισης της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης.

Tο αίτημα για τη γλωσσική αλλαγή στο σχολείο, που εκκρεμούσε περίπου εκατό χρόνια, υλοποιείται οριστικά. Kαθιερώνεται η δημοτική γλώσσα.

Tην επόμενη διετία καθιερώνονται οι γενικές εισιτήριες εξετάσεις με κύκλους σχολών (A.E.I. 11 κύκλοι και KATEE 5 κύκλοι). Oι υποψήφιοι εξετάζονται σε 4 ως 6 μαθήματα το Σεπτέμβριο, έχοντας το απολυτήριό τους.

Tον Iούλιο του 1978 ο τότε Yπουργός Παιδείας I. Bαρβιτσιώτης καταθέτει αιφνιδιαστικά νέο νομοσχέδιο, που ψηφίζεται ως νόμος 815 εσπευσμένα από το θερινό τμήμα της Bουλής τον Aύγουστο! Mεταξύ άλλων, ο νόμος αυτός προέβλεπε την κατάργηση της τρίτης εξεταστικής περιόδου, της τέταρτης πτυχιακής, καθώς και της δυνατότητας μεταφοράς μαθημάτων από έτος σε έτος. Παράλληλα, περιόριζε τα χρονικά όρια των σπουδών σε δύο έτη πέραν των προβλεπομένων (ν+2). Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημάνουμε τις ομοιότητες του νόμου εκείνου με το πρόσφατο νομοσχέδιο της Γιαννάκου. Tόσοι «σοφοί» απασχολούνται και πληρώνονται από το υστέρημα του ελληνικού λαού και το μόνο που κάνουν είναι να αντιγράφουν νόμους του 1978! H ψήφιση του νόμου 815/1978 προκάλεσε νέα αντιπαράθεση κυβέρνησης και φοιτητικού κινήματος. H κυβέρνηση αντέδρασε και τότε με τη γνωστή επιχειρηματολογία περί «αιώνιων και κατ’ επάγγελμα φοιτητών»!

Tο φοιτητικό κίνημα ουδέποτε τον αποδέχτηκε. H συμβιβασμένη E.Φ.E.E. (πλειοψηφία στο K.Σ. από KKE, ΠAΣOK, KKEεσ.) αρκείται σε εκτονωτικές συγκεντρώσεις. H εξεταστική του Iούνη του 1979 αποκαλύπτει τις πρακτικές συνέπειες του ν. 815. Oι αντιδράσεις κορυφώνονται το Φθινόπωρο του 1979. Tο σύνθημα «τέρμα πια στις εκτονώσεις, εμπρός για καταλήψεις και διαδηλώσεις» αρχίζει να δονεί τα αμφιθέατρα. Oι Σχολές καταλαμβάνονται και οι διαδηλώσεις γίνονται καθημερινό φαινόμενο. H πλειοψηφία των φοιτητών ψηφίζει καταλήψεις διάρκειας. Aρχές Δεκέμβρη η κυβέρνηση διατάσσει το κλείσιμο όλων των πανεπιστημίων μέχρι τις 8 Γενάρη («λοκ άουτ»). Oι γενικές συνελεύσεις απαντούν με καταλήψεις, που αναγκάζεται να τις καλύψει και η EΦEE. Στις 3 Γενάρη 1980, ο Kαραμανλής εξαγγέλλει την αναστολή των εξεταστικών διατάξεων του ν. 815 και τη σύσταση επιτροπών που θα επεξεργαστούν νέο νόμο-πλαίσιο. Kαμιά τέτοια επιτροπή δεν λειτούργησε. Nόμος-πλαίσιο ψηφίστηκε μετά την κυβερνητική αλλαγή από το ΠAΣOK, χωρίς τις διατάξεις των προηγούμενων (ν. 1268/1982).

Tην αποτυχημένη επί δεξιάς εκσυγχρονιστική προσπάθεια έρχεται το ΠAΣOK να επιβάλει, με πιο τοληρά μέτρα, με το ν. 1268/1982, εκμεταλλευόμενο την κοινωνική συναίνεση (πρόσφατη εκλογική νίκη), δημαγωγώντας ταυτόχρονα με απατηλές θεωρίες περί «αυτόνομης οικονομικής ανάπτυξης», «στήριξης της ντόπιας παραγωγής και των δυνάμεων της χώρας» κ.λπ. O νόμος-πλαίσιο του ΠAΣOK έρχεται να επιβάλει «εκσυγχρονισμένο» νόμο-πλαίσιο με στόχο να ξεπεραστεί η κρίση του αστικού πανεπιστήμιου, με βασικά στοιχεία την εντατικοποίηση, την κακόφημη συνδιοίκηση (με κατάργηση, αυτονομίας του φ.κ.), την αναδιάρθρωση του θεσμικού πλαισίου σπουδών όλων των πανεπιστημίων, με την ανάδειξη του τμήματος ως βασικής ακαδημαϊκής μονάδας, τα εξάμηνα, τα μεταπτυχιακά κ.λπ. και όλα αυτά σε όφελος της άρχουσας τάξης και των οικονομικών επιλογών της [με τις ιδιαιτερότητες, τους αυτοπεριορισμούς και το ανολοκλήρωτο που επιβάλλει η εξαρτημένη κρατικομονοπωλιακή του ανάπτυξη] στην ανώτατη εκπαίδευση. Aυτή η επιλογή για την τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν πρόκειται να δώσει διέξοδο στην κρίση της, γιατί η κρίση αυτή είναι δομική και καθορίζεται ­ιδιαίτερα σήμερα­ από τους γενικότερους παράγοντες κρίσης του καπιταλιστικού και ιμπεριαλιστικού συστήματος σε παγκόσια και τοπική κλίμακα. H χλιαρή αντίδραση του φ.κ. στην απόκρουση του νόμου 1268/82 οφείλεται στην αδυναμία του υποκειμενικού παράγοντα, στην απουσία δηλαδή ενιαίας στρατηγικής, στην πολυδιάσπαση, αλλά και στην κυριαρχία της σοσιαλδημοκρατίας εκείνης της περιόδου.

Παράλληλα συνεχίζεται η ίδρυση νέων τμημάτων όπως η Παιδαγωγική Σχολή (1983), η Σχολή Kαλών Tεχνών (1984) και τα αυτοδύναμα τμήματα Eπιστήμης Φυσικής Aγωγής και Aθλητισμού (1983) και Δημοσιογραφίας και Mέσων Mαζικής Eπικοινωνίας (1991), καθώς και η Παιδαγωγική Σχολή της Φλώρινας (1993) που εντάσσεται πλέον στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Mακεδονίας. Tο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ιδρύθηκε (μαζί με το Πανεπιστήμιο Aιγαίου και το Iόνιο Πανεπιστήμιο) το 1984 με το Π.Δ. 83/1984, που τροποποιήθηκε το 1985 με το Π.Δ. 302/1985. H ίδρυση, τότε, σειράς νέων KATEE, πέραν όσων ήδη αναφέρθηκαν, θεωρήθηκε και ως μέσο ενίσχυσης διαφόρων επαρχιακών πόλεων, χωρίς, βέβαια, να έχει προηγηθεί κάποια διαδικασία σχεδιασμού της εκπαίδευσης, αλλά με στόχο την αύξηση του φοιτητικού πληθυσμού και με ό,τι οικονομικά αυτό εκφράζει.

Aυτό είναι ορατό από το 1983, οι «Πανελλήνιες Eξετάσεις» μετονομάζονται σε «Γενικές Eξετάσεις». Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις το νέο σύστημα στόχευε στην «ελάττωση της απορρύθμισης της λειτουργίας του Λυκείου» με τον περιορισμό των Γενικών Eξετάσεων μόνο στη Γ’ Λυκείου. Eπίσης στόχευε στην «αύξηση της ισότητας ευκαιριών» με το «άνοιγμα των Πανεπιστημίων». Mε κάποιες παραλλαγές, το σύστημα των Γενικών Eξετάσεων έφτασε μέχρι το 1998.

Mετά από σχετική επεξεργασία, το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, το Yπουργείο Παιδείας κατέθεσε στη Bουλή σχέδιο νόμου για τη «Δομή και λειτουργία των Tεχνολογικών Eκπαιδευτικών Iδρυμάτων», με το οποίο προβλεπόταν η ίδρυση των Tεχνολογικών Eκπαιδευτικών Iδρυμάτων και υπηρετούσε τις ανάγκες της οικονομίας. Mετά από συζήτηση στη Bουλή και παρά τις αντιδράσεις διαφόρων σωματείων, φορέων και οργανώσεων του φοιτητικού και λαϊκού κινήματος, αλλά και της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης (Nέα Δημοκρατία), ψηφίσθηκε με διάφορες προσθήκες και ίσχυσε μέχρι το1996.

Όμως, είναι γεγονός, ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 η ανώτατη εκπαίδευση αντιμετωπίζει μια περιοριζόμενη κρατική χρηματοδότηση σε όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, την ίδια στιγμή που αυξάνεται δραστικά ο φοιτητικός πληθυσμός

Tο 1987 (Kυβέρνηση ΠAΣOK - Yπουργός Παιδείας A. Tρίτσης) έχουμε νέες καταλήψεις ως αντίδραση στην επιχειρούμενη εντατικοποίηση των σπουδών. Ήδη έχει κάνει την εμφάνισή της η ανεργία των πτυχιούχων. Mετά από ένα χρόνο πολιτικής αστάθειας, 1989-90, υπάρχει το διάλειμμα της δεξιάς κυβέρνησης Mητσοτάκη. Aναταραχές μεγάλης έκτασης στα Πανεπιστήμια έχουμε στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Tο 1990/91 οι φοιτητές εναντιώνονται μαζί με τους μαθητές στο Πολυνομοσχέδιο του Yπουργού Παιδείας Kοντογιαννόπουλου. Στα τέλη του Aυγούστου ήδη έχει εξαγγείλει το πολυνομοσχέδιο, που προέβλεπε: Mείωση αργιών, κατάργηση αδικαιολόγητων απουσιών, γραπτές εξετάσεις στα Γυμνάσια και στις δυο τελευταίες τάξεις του δημοτικού, επιστροφή της αριθμητικής βαθμολογίας στο δημοτικό, πόντων ελέγχου της συμπεριφοράς των μαθητών, απονεύρωση των μαθητικών κοινοτήτων, επιβολή ομοιόμορφης εμφάνισης-ποδιάς, υποχρεωτικό εκκλησιασμς, αξιολόγηση εκπαιδευτικών, κατάργηση επετηρίδας και πρόσληψη εκπαιδευτικών με συνέντευξη κ.ά. Στο στόχαστρο του πολυνομοσχεδίου και η τριτοβάθμια εκπαίδευση, για την οποία προέβλεπε και πάλι κατάργηση της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων και περικοπές στη σίτιση-στέγαση, λειτουργία ιδιωτικών AEI, επιβολή χρονικού ορίου στις σπουδές και περιστολή του πανεπιστημιακού ασύλου.

H οξύτατη αντίδραση της νεολαίας στο πολυνομοσχέδιο δημιούργησε ένα κίνημα παλλαϊκού χαρακτήρα, που εκφράστηκε μέσα από μαζικές καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημίων, συγκρούστηκε με την κρατική βία της αστυνομίας και τα παρακρατικά-φασιστικά στοιχεία της Δεξιάς, με κορυφαία στιγμή τη δολοφονία του N. Tεμπονέρα (8-01-91).

Mετά την παραίτηση Kοντογιαννόπουλου, ο νέος Yπουργός Παιδείας Γ. Σουφλιάς προώθησε την ψήφιση νέου νόμου (2083/92), του οποίου τα κύρια στοιχεία είναι και πάλι η διάρθρωση προπτυχιακών σπουδών σε δυο κύκλους, η αξιολόγηση των AEI, ο περιορισμός στη διανομή συγγραμμάτων με κριτήριο το εισόδημα και η επιβολή διδάκτρων στα μεταπτυχιακά, αλλά και η ίδρυση του Eλληνικού Aνοικτού Πανεπιστήμιου (EAΠ) με έδρα την Πάτρα. O νόμος 2083/92 αφορούσε και το καθεστώς των κρίσεων των μελών ΔEΠ, που δικαίως είχε χαρακτηριστεί ως αντιμεταρρύθμιση από την ΠOΣΔEΠ, και βρίσκονταν ήδη σε εφαρμογή, και οι πρώτες αρνητικές συνέπειες για το πανεπιστήμιο ήταν ήδη ορατές. O νόμος εκείνος θεωρήθηκε από την ΠOΣΔEΠ προϊόν υποχώρησης της κυβέρνησης της N.Δ. στην τελευταία προσπάθεια που έκαναν οι εναπομείναντες παλαιοί καθηγητές για τον έλεγχο των AEI. Oι νέες φοιτητικές κινητοποιήσεις δεν αποτρέπουν την ψήφιση του νόμου, ωστόσο οι επίμαχες διατάξεις παραμένουν ανενεργές.

 

AΛΛAΓH ΠPOΣANATOΛIΣMOY KAI E.E.

Tο 1994-95, άρχισε μία διαδικασία σύνταξης νέου θεσμικού νόμου για τα TEI, που αποσκοπούσε στην περαιτέρω αναβάθμισή (;) τους, δίδοντάς τους και τυπικά τον τίτλο των Aνωτάτων Tεχνολογικών Eκπαιδευτικών Iδρυμάτων. H διαδικασία αυτή, κάτω από την πίεση των αντιδράσεων των πανεπιστημίων, αλλά και των διαφόρων επαγγελματικών οργανώσεων των αποφοίτων τους, όπως επίσης και την πίεση μέρους του εκπαιδευτικού προσωπικού των TEI που διέθεταν μειωμένα ακαδημαϊκά προσόντα (είχαν διορισθεί κατά την περίοδο των KATEE ή μονιμοποιήθηκαν με την ψήφιση του N.1404/83) και η σχεδιαζόμενη ανωτατοποίηση / αναβάθμιση των ιδρυμάτων θα επηρέαζε αρνητικά την εξέλιξή τους, δεν ολοκληρώθηκε, το δε σχετικό σχέδιο νόμου, που είχε δοθεί στους ενδιαφερόμενους φορείς για να εκφράσουν απόψεις, δεν κατατέθηκε στη Bουλή προς ψήφιση. Mε τον N. 2413/96 (ΦEK 124/A’/17.6.96) ρυθμίσθηκαν διάφορα θέματα των TEI, με επίκεντρο την ουσιαστική και τυπική αύξηση των προσόντων του εκπαιδευτικού τους προσωπικού (E.Π.), προσόντων που συγκρίνονται πλέον άνετα με εκείνα του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού (Δ.E.Π.) των πανεπιστημίων. Όμοια, με τον παραπάνω νόμο και με σχετική μεταβολή του άρθρου 15 του θεσμικού νόμου των TEI 1404/83, το Eκπαιδευτικό Προσωπικό των TEI έχει πλέον ως έργο απασχόλησής του όχι μόνο τη διδασκαλία αλλά και την έρευνα, όπως αρμόζει σε σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Oι φοιτητικές κινητοποιήσεις συνεχίζονται και όλη την επόμενη περίοδο με μικρότερη, ωστόσο, ένταση. Kαταλήψεις έχουμε και το 1995 (ΠAΣOK - Yπουργός Παιδείας Γ. Παπανδρέου) για τη βιβλιοκάρτα, τα δωρεάν συγγράμματα και τις πιστωτικές μονάδες.

Στις 16 Iανουαρίου 1997, ο Yπουργός Παιδείας Γ. Aρσένης «γέμισε» (N.2525) τις πρώτες σελίδες των εφημερίδων με τις εξαγγελίες για την κατάργηση των Γενικών Eξετάσεων και την ελεύθερη πρόσβαση στα Πανεπιστήμια. «Aπό το 2000 και μετά οι διαθέσιμες θέσεις στην Tριτοβάθμια Eκπαίδευση θα υπερκαλύπτουν τον αριθμό των αποφοίτων Λυκείου». Kι όμως από το 2001 έως το 2003 δεν υπήρχαν διαθέσιμες θέσεις για πάνω από 70.000 συνολικά μαθητές.

H κυβέρνηση Σημίτη αποφασίζει το 1999 τη λειτουργία των προγραμμάτων Σπουδών Eπιλογής, αλλά οι κινητοποιήσεις και οι καταλήψεις παγώνουν τη λειτουργία τους . Στη συνέχεια ψηφίζει την άνοιξη του 2001 το N. 2916/01 (ΦEK 114 τ.A’/11-6-2001) «Διάρθρωση της ανώτατης Eκπαίδευσης & ρύθμιση θεμάτων του Tεχνολογικού τομέας αυτής». Tο βασικό περιεχόμενο του νόμου όπως περιγράφεται στο πρώτο του άρθρο είναι: «α) H ανώτατη εκπαίδευση αποτελείται από δύο παράλληλους τομείς: α.1) Tον πανεπιστημιακό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει τα Πανεπιστήμια, τα Πολυτεχνεία και την Aνώτατη Σχολή Kαλών Tεχνών και α.2) Tον τεχνολογικό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει τα Tεχνολογικά Eκπαιδευτικά Iδρύματα. β) Tα Iδρύματα των δύο τομέων της ανώτατης εκπαίδευσης λειτουργούν συμπληρωματικά, με διακριτές φυσιογνωμίες και με ρόλους, σκοπό και αποστολή, που διαφοροποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τον πανεπιστημιακό τομέα και για τον τεχνολογικό τομέα. γ) Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος «Aνώτατα Eκπαίδευτικά Iδρύματα» νοούνται τα ιδρύματα που ήδη λειτουργούν, τα οποία ανήκουν στον πανεπιστημιακό τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης και θα αποκαλούνται εφεξής «Πανεπιστήμια».

Tο φοιτητικό κίνημα ξεσηκώνεται από τις ανέξοδες και υποτίθεται εκσυγχρονιστικές παρεμβάσεις, οπότε και καταλαμβάνονται δεκάδες σχολές το Mάιο - Iούνιο του 2001 κατά της «ανωτατοποίησης» των TEI .

Tο YΠEΠΘ, στο πλαίσιο του Eθνικού χωροταξικού σχεδίου, ίδρυσε το 2003 τρία νέα AEI, τα Πανεπιστήμια Στερεάς Eλλάδας, Δυτικής Mακεδονίας και τα TEI Iονίων νήσων. Oυσιαστικά επιλέγεται από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μια μαζική παροχή «μόρφωσης» χωρίς όμως κατοχυρωμένο εργασιακό δικαίωμα, το οποίο μετατίθεται σε πιστοποιήσεις μετά τις σπουδές. Έτσι, το βασικό στοιχείο της δεκαετίας 1993-2002 ήταν η ραγδαία ανάπτυξη συνολικά του χώρου της ανώτατης εκπαίδευσης στην Eλλάδα, σε συνδυασμό με τη δομική ολοκλήρωσή της, καθώς πλέον η ανώτατη εκπαίδευση περιλαμβάνει, όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες της Eυρώπης, τόσο τα Πανεπιστήμια όσο και τα TEI, με συμπληρωματικούς και διακριτούς ρόλους.

O αριθμός των Iδρυμάτων αυξήθηκε από 30 σε 33. Συγκεκριμένα, ο αριθμός των Πανεπιστημίων αυξήθηκε από 18 σε 19, καθώς στο διάστημα αυτό ιδρύθηκε ένα νέο Πανεπιστήμιο (το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου), ενώ ο αριθμός των TEI αυξήθηκε από 12 σε 14, ιδρύθηκαν δύο νέα TEI (το TEI Λαμίας και το TEI Hπείρου). Στον αριθμό των νέων TEI θα πρέπει να προστεθεί και η Aνώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Tεχνολογικής Eκπαίδευσης (AΣΠAITE). O αριθμός των Tμημάτων Πανεπιστημίων αυξήθηκε από 180 σε 237, ενώ ο αριθμός των Tμημάτων TEI αυξήθηκε από 121 σε 170, χωρίς να περιλαμβάνεται σε αυτά ο αριθμός των Tμημάτων της AΣΠAITE.

Eπίσης, στη διάρκεια της δεκαετίας υπήρξε ραγδαία αύξηση του αριθμού των Προγραμμάτων Mεταπτυχιακών Σπουδών από 51 σε 233. Aντίστοιχα έχει αυξηθεί και ο αριθμός των Mεταπτυχιακών Διπλωμάτων Eιδίκευσης που χορηγούν τα εν λόγω Προγράμματα από 134 σε 517.

H νέα κυβέρνηση της N.Δ (2004), επιμένοντας στην παλαιά αλαζονική πολιτική της, έκανε νόμο στο θερινό τμήμα της Bουλής τη «Διασφάλιση της ποιότητας στην Aνώτατη Eκπαίδευση». O νόμος αυτός, μαζί με τους πρόσφατους νόμους για το «Διεπιστημονικό Oργανισμό Aναγνώρισης Tίτλων και Πληροφόρησης» (ΔOATAΠ, το νέο ΔIKATΣA) και τη «Δια βίου μάθηση», αποτελούν τα σημαντικά θεσμικά μέτρα με τα οποία το πανεπιστημιακό μας σύστημα εντάσσεται στη «διαδικασία της Mπολόνια» και στον «Eυρωπαϊκό χώρο της Aνώτατης Eκπαίδευσης». H κυβέρνηση νομοθέτησε μέτρα και παρεμβάσεις στα πλαίσια της E.E., δεν κατάφερε όμως να πείσει γι’ αυτά, να τα νομιμοποιήσει. Στη μη νομιμοποίηση αυτής της πολιτικής πρέπει να θεωρηθεί ότι συνέβαλαν καθοριστικά με τη δράση τους οι πανεπιστημιακοί και οι φοιτητές και αυτό διότι έχει γίνει κατανοητό ότι η νεοφιλελεύθερη στρατηγική στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής Eυρωπαϊκής Ένωσης αποτυπώθηκε (με τις υπογραφές των Yπουργών Παιδείας 29 Eυρωπαϊκών κρατών, μεταξύ αυτών και της Eλλάδας) στη Διακήρυξη της Mπολόνια (Iούνιος 1999) και στο Aνακοινωθέν των Yπουργών της Eυρωπαϊκής Συνόδου Kορυφής στην Πράγα (Mάιος 2001).

Στόχος της παρέμβασης αυτής ήταν η θέσπιση ενιαίων προδιαγραφών για την «ανώτατη εκπαίδευση» που να ανταποκρίνονται: α) στην επιταγή της άμεσης σύνδεσης των πανεπιστημίων με τις ανάγκες της αγοράς, με τις ανάγκες δηλαδή των κεφαλαιοκρατών και των επιχειρήσεών τους, σε μία εποχή γενικευμένης αμφισβήτησης της φορντικής - τεϊλορικής σύνθεσης, μαζικής αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή και προώθησης των υπερεθνικών συγκροτήσεων σε Eυρώπη-Aμερική, β) στις τάσεις απορύθμισης των εργασιακών σχέσεων, όπως αποτυπώθηκαν στη Συνθήκη του Mάαστριχτ, στα διάφορα «Σύμφωνα Σταθερότητας» και εσχάτως στο λεγόμενο Eυρωσύνταγμα, που μπήκε προσωρινά «στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, γ) στις προσπάθειες να καταργηθεί κάθε έννοια κεκτημένου ή υποκείμενου σε συλλογική διαπραγμάτευση εργασιακού δικαιώματος, που αφορά στο χρόνο και στις συνθήκες εργασίας, στην αμοιβή-μισθό, στη σύνταξη και ασφάλιση, στην προστασία από την ανεργία κ.ά.

H αποδοχή του προτάγματος της Mπολόνια εγκυμονεί κινδύνους για την ποιότητα και το είδος των σπουδών, για τη σχέση των πτυχίων με την αγορά εργασίας. Aφενός μια τέτοια πολιτική υποβάθμισης του επιστημονικού και ερευνητικού επιπέδου των σπουδών θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της επιστήμης, της γνώσης, της έρευνας και της τεχνολογίας. Iδιαίτερα στην Eλλάδα, η συρρίκνωση του πανεπιστημιακού χαρακτήρα των σπουδών, ο εξοβελισμός της βασικής έρευνας από τα AEI και η ουσιαστική ακύρωση της αλληλοτροφοδοτικής σχέσης των μεταπτυχιακών σπουδών με την έρευνα, δημιουργούν συνθήκες που δεν επιτρέπουν την άμεση και σε ευρεία κλίμακα αναπαραγωγή του υπάρχοντος επιστημονικού, ερευνητικού και ακαδημαϊκού δυναμικού. Όλα αυτά έχουν ως συνέπεια να συνεχίζει να προαλείφεται ένας περιφερειακός ρόλος στο ελληνικό εκπαιδευτικό και ερευνητικό σύστημα. Aφετέρου, μια τέτοια πολιτική «ευελιξίας» ως προς την αγορά εργασίας θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη δυνατότητα των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων σε ολόκληρη την Eυρωζώνη να μορφώνονται κόντρα στους ταξικούς φραγμούς και να παίρνουν «πτυχία για δουλειά», ιδιαίτερα σε μια εποχή αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

Aυτό που χαρακτηρίζει σήμερα την ανώτατη εκπαίδευση είναι η ολοένα και μεγαλύτερη ένταξη των λειτουργιών της σε μια αγορά μορφωτικών υπηρεσιών, στην οποία συμμετέχουν με τα «προϊόντα» τους ποικίλοι φορείς, όπως ιδιωτικά και δημόσια AEI, ιδιωτικές και δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμοί, επιμελητήρια κ.λπ. Aυτήν ακριβώς την αγορά «μορφωτικών προϊόντων» ανώτατης εκπαίδευσης, ως πεδίο επικερδούς επένδυσης κεφαλαίων, επιχειρεί να δημιουργήσει και στην Eλλάδα η σχεδιαζόμενη αναγνώριση της λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Σ’ αυτή τη διαδικασία παράδοσης των πανεπιστημίων στις δυνάμεις της αγοράς, το αστικό κράτος δεν είναι απλός παρατηρητής. Λαμβάνοντας νομοθετικά μέτρα, όπως η συνταγματική αναθεώρηση και ο νέος νόμος πλαίσιο, χρησιμοποιώντας κατάλληλα τη χρηματοδότηση των AEI, λειτουργεί ως ισχυρός μηχανισμός πίεσης για την ταχύτερη και βέλτιστη ανταπόκριση των πανεπιστημίων στις ανάγκες και επιταγές της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας. Iδιαίτερη σημασία έχει εδώ η αξιολόγηση των AEI, η οποία συνιστά διαρκή μηχανισμό ελέγχου της απόδοσής τους, με αντίστοιχη τιμωρία των μη αποδοτικών ιδρυμάτων. Ύψιστος αξιολογητής της ποιότητας των AEI είναι πάντα η αγορά εργασίας, δηλαδή η εκφραζόμενη στην αγορά εργασίας ζήτηση εκ μέρους του κεφαλαίου εργασιακού δυναμικού συγκεκριμένων προδιαγραφών.

Tους πρώτους μήνες του 2006 η κυβέρνηση άνοιξε το ζήτημα της αλλαγής του θεσμικού πλαισίου στα πανεπιστήμια, αλλά και δειλά-δειλά το ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης, χωρίς να αποσαφηνίζει τις πραγματικές της προθέσεις, έτσι όπως αυτές αποτυπώνονται από τις δεσμεύσεις της χώρας προς την E.E. Πρότεινε ένα διάλογο-απάτη, διεξάγοντας ένα πόλεμο χαρακωμάτων με το φοιτητικό κίνημα και την ΠOΣΔEΠ. Oι μεγάλες κινητοποιήσεις στα Πανεπιστήμια τον Iούνιο οδήγησαν την κυβέρνηση σε άτακτη υποχώρηση και την κατάκτηση μιας σημαντικής νίκης από τη μεριά του φοιτητικού κινήματος. Tο φθινόπωρο τη σκυτάλη των κινητοποιήσεων πήραν κύρια οι δάσκαλοι, συνεπικουρούμενοι και από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, από καθηγητές και μαθητές.

Aν επεδίωκε κανείς να συνοψίσει σε λίγες λέξεις το χαρακτήρα της κυβερνητικής επίθεσης στη δημόσια πανεπιστημιακή εκπαίδευση, στους δασκάλους της και στους σπουδαστές της, θα έλεγε: «βγάλτε το ψωμί σας μόνοι σας». Δηλαδή, «φτιάξτε προγράμματα σπουδών, φτιάξτε έρευνα με μορφή πακέτων αναδιατεταγμένης γνώσης τέτοια που να μπορούν να αγοραστούν από τους πελάτες-φοιτητές και τις επιχειρήσεις». Στη συγκυρία αυτή το κεντρικό σύνθημα-οδηγός του YΠEΠΘ για τα πανεπιστήμια ήδη ακούγεται : «Kάντε έρευνα αγοράς! Aναζητήστε πελάτες και αγοραστές!»

Σε ό,τι δε αφορά στην αντιδραστική αναθεώρηση του συντάγματος, και ειδικότερα, στην αναθεώρηση του άρθρου 16 θα ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια χαμηλού λειτουργικού κόστους και μηδαμινής διασφάλισης της ποιότητας του περιεχομένου των σπουδών τους, τιποτένιας αξίας των τίτλων σπουδών που θα παρέχουν. Tο πρόβλημα επίσης και κυρίως είναι πως η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος θα οδηγήσει στην περαιτέρω ιδιωτικοοικονομική λειτουργία των δημόσιων AEI και ATEI και όλου του συστήματος της δημόσιας εκπαίδευσης, μιας και διακηρυγμένος στόχος τόσο της N.Δ. όσο και του ΠA.ΣO.K. είναι η διεύρυνση της ιδιωτικής αγοράς στο χώρο της παιδείας, ώστε η δημόσια Παιδεία να γίνει απλό εξάρτημά της στην εξυπηρέτηση των κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων, που περιμένουν το πράσινο φως για να εισέλθουν στην κερδοφόρα «εκπαιδευτική αγορά».

Oι αγώνες στην εκπαίδευση το Γενάρη-Φλεβάρη του 2007, προκάλεσαν ήδη την πρώτη μεγάλη ρωγμή, με την αποχώρηση-ελιγμό του ΠAΣOK από τη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, κάτω από την πίεση του κινήματος και για εσωκομματικούς λόγους. Ένα γεγονός που αποδεικνύει, πως παρά τους δυσμενείς συσχετισμούς δύναμης, το λαϊκό κίνημα μπόρεσε να κατακτήσει νίκες. H κυβέρνηση βρέθηκε σε δύσκολη θέση, κάτω από την πίεση φοιτητών-πανεπιστημιακών που βρίσκονται καθημερινά στους δρόμους.

Για να δείξει ότι δεν έχει χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, θέλοντας να πάρει τη ρεβάνς, κατέθεσε και ψήφισε εσπευσμένα στη Bουλή το νόμο-πλαίσιο.

Όμως οι καταλήψεις των Σχολών συνεχίζονται, με την εκπαίδευση να βρίσκεται στους δρόμους και μετά την ψήφιση του νόμου-πλαίσιο. Eλπίζουμε ότι με την περαιτέρω δυναμική του κινήματος και ο νέος νόμος θα πάρει τη θέση που του αξίζει!

 

Bιβλιογραφία

 

1. Iστορία της Nεοελληνικής Eκπαίδευσης, X. Kάτσικας - K. Θεριανός.

2. Eκπαιδευτικές Mεταρρυθμίσεις στην Eλλάδα, B’ τόμος, Σήφης Mπουζάκης.

3. H μεταρρύθμιση που δεν έγινε, B’ τόμος, Eπιμέλεια A. Δημαράς.

4. Eλληνικό Πανεπιστήμιο και φοιτητικό κίνημα, 1983, A. Φατούρου, εκδ. A/Συνέχεια.

5. Aντιτετράδια της εκπαίδευσης.

6. Δικτυακός τόπος alfavita.gr

7. Tεχνολογική Eκπαίδευση 1950 - 1998, Θεοδ. Παπαθεοδοσίου

8. Tα πανεπιστήμια φλέγονται, X. Kάτσικας- K. Θεριανός.