Πολιτικός αμοραλισμός και σχήματα λόγου Ή λόγος περί "έντιμου συμβιβασμού"

Του Γιώργου Κ. Καββαδία

Ο αμοραλισμός ως τρόπος ζωής και συμπεριφοράς είναι χειρότερος από την ανηθικότητα, αφού όχι μόνο απορρίπτει ηθικές αρχές και κανόνες, αλλά βασιζόμενος στο δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» νομιμοποιεί και το πιο αθέμιτο μέσο για την επίτευξη κάθε στόχου. Συμβαδίζοντας με τον κυνισμό, τον τυχοδιωκτισμό αποτελεί το «ηθικό» υπόβαθρο του φασισμού, όχι απαραίτητα ως πολιτικής ιδεολογίας, αλλά ως έκφραση κοινωνικού (μικρο)φασισμού. Στην πολιτική εκφράζεται ως μακιαβελισμός (Ν. Μακιαβέλι, ο ηγεμόνας) που σημαίνει την επιδίωξη και διατήρηση πάση θυσία της εξουσίας . Στην πολιτική ζωή της χώρας ο αμοραλισμός καλά κρατεί, κυρίως, με την υποσχεσιολογία και την αθέτηση προεκλογικών θέσεων και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια με τη μετάλλαξη, εν μια νυκτί, των αντιμνημονιακών σε μνημονιακότερους των μνημονιακών.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ αυτό τον δρόμο ακολουθεί με «επιχείρημα» ότι το «σκίσιμο, η κατάργηση του μνημονίου» ήταν «σχήμα λόγου». Εν συνεχεία κάθε προεκλογική δέσμευση για το χρέος, για τις ιδιωτικοποιήσεις, για το ασφαλιστικό, για τα εργασιακά, για τη φορολογία, αποτελεί «σχήμα λόγου», για αυτό και παραπέμπεται με την ίδια ακριβώς φρασεολογία του Α. Παπανδρέου «σε βάθος τετραετίας» και ουσιαστικά στις καλένδες, «στο χρονοντούλαπο της ιστορίας» (άμεση κατάργηση ΕΝΦΙΑ, επαναφορά αφορολόγητου στις 12.000 ?, 13η σύνταξη στους χαμηλοσυνταξιούχους, επαναφορά κατώτατου μισθού στα 751 ?, επαναφορά εργασιακών δικαιωμάτων, σταδιακή αύξηση των πόρων της τοπικής αυτοδιοίκησης, κλπ.).

Ακόμα χειρότερο σχήμα λόγου είναι ο «έντιμος συμβιβασμός», η «αμοιβαία επωφελής», μνημείο πολιτικής αγυρτείας, αφού είναι πασίδηλο ότι για να επιτευχθεί προϋποθέτει σχέσεις ισοτιμίας. Όταν διαπραγματεύεσαι με τους «δανειστές» σε ένα πλαίσιο σχέσεων ιμπεριαλιστικής εξάρτησης δεν υπάρχει «έντιμος συμβιβασμός», αλλά μονομερής μνημονιακός συμβιβασμός! Η κυβέρνηση -για πρώτη φορά Αριστερά με ολίγη ΑΝΕΛ- αποδέχεται ότι ο μονόδρομος της ΕΕ επιβάλλει να ακολουθήσει με κάποιες τροποποιήσεις το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Και αυτό το θεωρεί και αναγκαίο και επιτυχία!

Μετά το σήριαλ των προηγούμενων χρόνων σαν το μαρτύριο της σταγόνας για αν θα πάρουμε ή δε πάρουμε τη δόση, παρακολουθούμε για περισσότερο από τέσσερις μήνες το σήριαλ αν θα υπογραφεί ή δε θα υπογραφεί η συμφωνία. Βέβαια η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας, αφού πρόκειται για συμφωνία παράτασης των μνημονίων, της δανειακής σύμβασης και της επιτροπείας. παρά τις αντίθετες προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι πλέον ξεκάθαρο πως η τετράμηνη «διαπραγμάτευση» με τους «Θεσμούς» των δανειστών είναι ένας διαρκής εκβιασμός και μια απαίτηση όχι απλώς για υποχωρήσεις αλλά για πλήρη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των τραπεζιτών, του κεφαλαίου και της ΕΕ.

Η φυσιογνωμία και ο ρόλος της ΕΕ που δεν είναι απλά ένα «τεχνοκρατικό τερατούργημα» με δύο αντίπαλες στρατηγικές, όπως ισχυρίζεται ο Έλληνας πρωθυπουργός, δεν άλλαξε μετά τις εκλογές. Ήταν δεδομένα που κάθε κόμμα παίρνει υπόψη του και χαράζει την πολιτική του γραμμή. Για αυτό και είναι πολιτικάντικες υποκρισίες , όσα λέγονται για την -πραγματικά- σκληρή γραμμή των «εταίρων», προκειμένου να δικαιολογήσουν τις υποχωρήσεις της κυβέρνησης. 'Άλλωστε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης έχουν αποδεχθεί και συνυπογράψει (και βεβαίως και ο ΣΥΡΙΖΑ), πέρα από τη «Συνθήκη του Μάαστριχτ», τη «Συνθήκη της Νίκαιας», τη «Συνθήκη του Άμστερνταμ» και τη «Συνθήκη της Λισαβόνας», επιπλέον και το «Δημοσιονομικό Σύμφωνο» (ισοσκελισμένοι Προϋπολογισμοί), το «Σύμφωνο για το Ευρώ +» (μειώσεις μισθών, ανατροπές στην κοινωνική Ασφάλιση, ανατροπές στην αγορά εργασίας) καθώς και τους Κανονισμούς ΕΕ αριθ. 472 και 473/21.05.2013, (τα κράτη-μέλη σε εποπτεία, υπερεξουσίες στην Κομισιόν, κ.α.). Με δεδομένο ότι στο πλαίσιο μια ιμπεριαλιστικής ΕΕ διασφαλίζεται η κυριαρχία των ισχυρών και τα συμφέροντα του κεφαλαίου μέσα από μηχανισμούς επιτήρησης και τιμωρίας όσων δε συμμορφώνονται με τις κυρίαρχες πολιτικές, τα περί «ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης» σε «ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και των πολιτών της» συνιστούν ή πολιτική βλακεία ή πολιτικό αμοραλισμό.

Η Αριστερά του ευρωπαϊσμού και των σαλονιών δε διδάχτηκε τίποτα από τον περιβόητο «ιστορικό συμβιβασμό» του Ε. Μπερλινγκουέρ των Κομμουνιστικών Κομμάτων Ιταλίας, κυρίως, αλλά και Γαλλίας που εκφυλίστηκαν ακολουθώντας το δρόμο της υποταγής και της στήριξης του καπιταλισμού. Αυτό τον αδιέξοδο δρόμο συνεχίζουν δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται ως «υπεύθυνη» ή «κυβερνώσα» Αριστερά θέτοντας ως αυτοσκοπό την εξουσία και όχι τον στόχο που προσδιορίζει κάθε αριστερή δύναμη που δεν είναι άλλος παρά η ρήξη και η ανατροπή του καπιταλισμού.

Ο ιός του κυβερνητισμού έπληξε τον ΣΥΡΙΖΑ με την απότομη άνοδο των ποσοστών του προκάλεσε την μετάλλαξη ή ΠΑΣΟΚοποίησή του πριν καν αναλάβει τη διακυβέρνηση και την απεμπόληση του προεκλογικού προγράμματος με την άνοδό του κιόλας στην κυβέρνηση. Η σφαγή και η θυσία της περιβόητης Έλενας Παναρίτη με τις πιο σκληρές νεοφιλελεύθερες απόψεις στήριξης και των πιο αντιδραστικών καθεστώτων ως εκπρόσωπος της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι στάχτη στα μάτια προκειμένου να μείνουν στο απυρόβλητο όχι μόνο προβεβλημένοι υπουργοί και βουλευτές που υπηρέτησαν για χρόνια το μεταλλαγμένο ΠΑΣΟΚ, αλλά και κορυφαία στελέχη που συμβάλουν στη χάραξη της πολιτικής γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κατάλογος γνωστός και ατελείωτος, αν και το πρόβλημα εστιάζεται σε πολιτικές αρχές και θέσεις.

Το πρόσφατο άρθρο του πρωθυπουργού στη Le Monde είναι μια ομολογία πως οι «κόκκινες γραμμές» ξεθώριασαν. Η συγκυβέρνηση αποδέχθηκε το σύνολο του δημόσιου χρέους -στις 30 Απρίλη 2015 το χρέος βρίσκονταν στα 312,6 δις ? (ΕΛΣΤΑΤ), «ξεχνώντας» το «κούρεμα» και δηλώνοντας ότι «θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σε όλους τους δανειστές της πλήρως και εγκαίρως», αποδέχθηκε το ήδη δρομολογημένο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και την εξέταση των υπόλοιπων ιδιωτικοποιήσεων «κατά περίπτωση». Δεσμεύτηκε για «μεταρρύθμιση» δηλαδή αντιδραστικά μέτρα στο Ασφαλιστικό και δέχθηκε να υποβάλλει «λίστα μεταρρυθμίσεων» προκειμένου να ολοκληρωθεί η 5η αξιολόγηση.

Για αυτό όλες οι διαδικασίες ακολουθούν την πεπατημένη των συντηρητικών κομμάτων: μυστική διπλωματία, διακυβέρνηση με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, κομματική πειθαρχία. Το χειρότερο είναι ότι επιστρατεύονται τα επιχειρήματα των συντηρητικών κομμάτων εξουσίας για την αναγκαιότητα του «συμβιβασμού», για το «αδιέξοδο» και εν τέλει «το αδύνατο της ρήξης και της ανατροπής», εν τέλει ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, νομιμοποιώντας, έτσι, τη συντηρητική στροφή και την ηττοπάθεια στη λαϊκή συνείδηση.