Η πρωτιά στις πανελλαδικές εξετάσεις, οι «άριστοι των άριστων» και η ιδεολογία του χαρίσματος

του Χρήστου Κάτσικα

Κάθε χρόνο με την ανακοίνωση των βαθμολογιών των υποψηφίων των Πανελλαδικών Εξετάσεων και των τελικών αποτελεσμάτων που αφορούν στην εισαγωγή στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, συνηθίζεται να παρουσιάζονται σε «πρώτο πλάνο» οι υποψήφιοι εκείνοι που η επιτυχία τους «ξεδίπλωσε την τροχιά της» μέχρι την κατάληψη των πρώτων θέσεων.

Οι «πρώτοι» και οι «πρώτες» των σχολών, παίρνουν τη θέση τους στους «καταλόγους των αρίστων» ενώ από τον πρώτο-η των πρώτων αναζητιέται επίμονα να αναλύσει, στις «πίστες του θεάματος» των ΜΜΕ, τη συνταγογραφία της επιτυχίας του.

Οι άριστοι των Γενικών Εξετάσεων καλούνται επίμονα να αποκαλύψουν τους τρόπους με τους οποίους πέτυχαν το στόχο τους.

Πως τα άτομα αυτά ερμηνεύουν την επιτυχία τους, πως συνδέουν την επιτυχία τους με την αρχή της αξιοκρατίας, και πως νοηματοδοτούν τόσο οι ίδιοι όσο και ο περίγυρος των συνυποψηφίων τους το γεγονός της επιτυχίας;

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ

Η ανάλυση του «λόγου της επιτυχίας» φανερώνει ότι οι νέοι αριστούχοι την ίδια ώρα που προβάλλουν την αξίες του «συστηματικού διαβάσματος, του σχεδιασμού και της θέλησης», υφαίνουν, ασυναίσθητα, στρατηγικές υπεράσπισης της ατομικής τους προσπάθειας, προσγειώνοντας, ουσιαστικά, την επιτυχία τους στις ατομικές-προσωπικές τους δυνατότητες. Ανεπαίσθητα, με αριστοτεχνικό τρόπο, οι όροι του εκπαιδευτικού «παιχνιδιού» της επιλογής, σύμφωνα με τους οποίους η διαφοροποίηση εκφράζεται με τη μορφή μιας σειράς προτεραιότητας, μετασχηματίζονται σε ουσιαστικές ιδιότητες των «παικτών».

Πρόκειται για μια επιχείρηση φυσιοποίησης του κοινωνικού, μετατροπή ενός κοινωνικού αποκτημένου, μιας «κληρονομιάς», σε φυσικό χάρισμα, επιχείρηση με βαθιές ρίζες.......

Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ «ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΣ»

Σύμφωνα με την Άννα Φραγκουδάκη η πίστη στη "φυσική ευφυία- χάρισμα" που διαφοροποιεί τους μαθητευόμενους μέσα στο σχολείο και αργότερα βέβαια στην κοινωνία, είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί για δύο κυρίως λόγους : α) Πρώτα - πρώτα γιατί είναι μια αντίληψη που στηρίζει και στηρίζεται πάνω στην κοινωνική ανισότητα και κάθε προσπάθεια αναίρεσης της αυθαίρετης αυτής πίστης προσκρούει σ' αυτούς που από κυρίαρχη θέση δικαιώνουν αυτή την ανισότητα β) Δεύτερο, γιατί αυτό το ιδεολόγημα είναι πολύ παλιό, πολύ ισχυρό και ευρύτατα διαδεδομένο.

Η τρέχουσα αντίληψη της επίδοσης και του βαθμού που την απεικονίζει είναι χαρακτηριστικό ιδεολογικό στοιχείο των σύγχρονων εκπαιδευτικών συστημάτων με την έννοια ότι συσκοτίζεται η κοινωνική γένεση του εμπειρικού δεδομένου «επίδοση» και συνεπώς η ευθύνη του σχολείου στη γένεσή του και προβάλλει στη θέση της η ατομικότητα του δεδομένο, η επίδοση ως έκφραση των δυνατοτήτων του μαθητή. Η αφετηρία της επίδοσης τοποθετείται στο εσωτερικό του μαθητή, στην ατομική του «ζώνη ευθύνης». Στα πλαίσια αυτά ο βαθμός του μαθητή θεωρείται ότι απεικονίζει την αξία του. Στο μέτρο που ο καθένας θεωρείται ότι είναι υπεύθυνος για την αξία του, ο μαθητής είναι υπεύθυνος για το βαθμό του.

Η έρευνα, όμως, πάνω στον εκπαιδευτικό θεσμό έχει διαπιστώσει ότι η σχολική επίδοση είναι συνάρτηση της κοινωνικής προέλευσης των μαθητευομένων. Αυτό που λέμε νοημοσύνη φαίνεται να είναι μια "ειδική ευαισθησία" που διαμορφώνει ή δε διαμορφώνει, στο παιδί το περιβάλλον του και με την οποία "ευαισθησία" αυτό "αντιλαμβάνεται" και "αντιδρά" στις εμπειρίες του. Αλλά αυτό είναι ζήτημα μαθησιακής παρέμβασης, είναι αγωγή που προέρχεται από το κοινωνικό περιβάλλον στο παιδί. Επομένως, η σχολική επιτυχία ή η αποτυχία δε γίνεται κατανοητή παρά μόνον εάν τη θεωρήσουμε ως ένα φαινόμενο κοινωνικά προσδιορισμένο.

Η ικανότητα που ο πολιτισμός μας ονομάζει ευφυία, γράφει ο Καρλ Λιούγκμαν, επηρεάζεται από πάρα πολλούς παράγοντες, που αρχίζουν από τη διατροφή, τη βιολογική και ψυχολογική κατάσταση της μητέρας, του εμβρύου, το κοινωνικό περιβάλλον κ.λπ., δηλαδή με λίγα λόγια την ταξική προέλευση. Είναι καθαρά επιστημονική απάτη, να ισχυρίζεται κανείς, ότι μπορεί να απομονώσει όλους αυτούς τους συντελεστές, την επίδραση των περιβαλλοντικών παραγόντων και ν' αποφανθεί σχετικά με την κληρονομικότητα της ευφυίας.

Παρ' όλα αυτά όμως η βασική αντίληψη που είναι ριζωμένη μέσα κι έξω από το σχολείο, σε δασκάλους και εκπαιδευόμενους, στην κοινωνία όλη, είναι αυτή που εξηγεί την ανισότητα στη σχολική απόδοση σα φυσική, καθώς την αποδίδει συγχρόνως στην έλλειψη ή ύπαρξη "φυσικών" χαρισμάτων στους μαθητευόμενους. Σύμφωνα μ' αυτό το ιδεολόγημα, ο μαθητευόμενος που συνδέει τη σχολική του ζωή με επιτυχία στα σχολικά αποτελέσματα, είναι αυτός που έχει διαλεχθεί από την πρόνοια ή το μετά βίας λαϊκοποιημένο ομοίωμά της, τη Φύση, και είναι "προορισμένος" για τη σχολική επιτυχία. Οι "άλλοι" που δεν τα "καταφέρνουν", προφανώς, σύμφωνα με την ίδια αντίληψη, δε δέχτηκαν την επίσκεψη του πνεύματος.

Παράλληλα, αποτέλεσμα του αδιόρατου τρόπου εγχάραξης της καλλιέργειας που κατακτιέται στον οικογενειακό κύκλο είναι η ενίσχυση της πεποίθησης ότι η επιτυχία του ευνοημένου παιδιού συνδέεται με τη «φυσική» του περιοχή. Το πολιτιστικό κεφάλαιο εμφανίζεται με τα χαρακτηριστικά του έμφυτου και του αποκτημένου, παρόλο που είναι κοινωνικό προϊόν. Του έμφυτου, όπως σημειώνει ο Bourdieu, εφόσον η «φυσική υπεροχή» είναι στο βάθος, ο τρόπος κάτω από τον οποίο εκδηλώνεται το «καλά αποκτημένο» πολιτιστικό κεφάλαιο και του αποκτημένου, εφόσον δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπεξαιρέθηκε με κάποια κληρονομική δολιότητα.

Η ιδεολογία του "χαρίσματος" είναι κυρίαρχη μέσα στους εκπαιδευτικούς χώρους. Πολλοί δάσκαλοι, προϊόντα ενός συστήματος, επιρρεπείς να πιστεύουν στις αξίες του, - τόσο πιο έντονα όσο περισσότερο χρωστάνε στο σύστημα την πανεπιστημιακή και κοινωνική τους επιτυχία, αν και πολλές φορές επικαλούνται την ισότητα στα συνδικάτα τους, στη "σχολική τους" ζωή, "ελιτίζουν" και σκέπτονται με βάση το "φυσικό χάρισμα".