Οι κυρίαρχες συνδικαλιστικές δυνάμεις σε ΔΟΕ και ΟΛΜΕ υπονόμευσαν και έσπασαν τη μεγάλη απεργία των εκπαιδευτικών

Δεν πρόλαβε να στεγνώσει το μελάνι της καταδικαστικής απόφασης του Εφετείου και οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ από κοινού με τους φιλοκυβερνητικούς τής ΔΑΚΕ και του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ έσπευσαν να τα «μαζέψουν» όπως – όπως και να κλείσουν με συνοπτικές διαδικασίες την απεργία-αποχή από την αξιολόγηση των σχολείων. Μια κινητοποίηση που στηρίχθηκε με μαζικότατους όρους από δεκάδες χιλιάδες δασκάλους και καθηγητές και μπλοκάρισε για μήνες την εφαρμογή τής αξιολόγησης στα σχολεία. Οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την άθλια μεθόδευση, αφού μετά την καταστολή της απεργίας-αποχής, επιδόθηκαν σε μια ανελέητη προπαγάνδα τρόμου και ψεύδους, περί μαζικών απολύσεων των εκπαιδευτικών και πειθαρχικών ή ακόμα και ποινικών κυρώσεων για να συγκαλύψουν την προδοτική τους στάση και το ξεπούλημα του αγώνα που ήταν σε εξέλιξη. Και όλα αυτά μόλις ελάχιστες ώρες μετά τη μεγαλειώδη 24ωρη πανεκπαιδευτική απεργία στις 11 Οκτώβρη, η οποία αποτέλεσε την κορυφαία στιγμή του εκπαιδευτικού κινήματος εδώ και πολλά χρόνια, με τη συμμετοχή σ’ αυτή, καθώς και στα συλλαλητήρια, πάνω από 100.000 εκπαιδευτικών.

Οι συνδικαλιστικές δυνάμεις των ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ – ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ στάθηκαν εχθρικά σε αυτή την αγωνιστική διάθεση που εξέφρασε μαζικά το εκπαιδευτικό κίνημα όλο αυτό το διάστημα να αντιπαλέψει την αντιδραστική-αντιεκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης. Επιβεβαίωσαν αυτό τον υπονομευτικό τους ρόλο έμπρακτα με τη στάση που τήρησαν τόσο στα ΔΣ των δύο Ομοσπονδιών (ΟΛΜΕ – ΔΟΕ) όσο και στις δύο πανελλαδικές ολομέλειες, που αποτελούν και τα ανώτατα δημοκρατικά όργανα του κλάδου, μετά τα Συνέδρια. Τόσο στην Γενική Συνέλευση των Προέδρων της ΟΛΜΕ στις 16/10 όσο και στην αντίστοιχη ολομέλεια της ΔΟΕ στις 23/10 επισφράγισαν το ξεπούλημα του αγώνα των εκπαιδευτικών και τον οριστικό ενταφιασμό της απεργίας-αποχής, προχωρώντας ακόμα και σε συνδικαλιστικά πραξικοπήματα. Είναι χαρακτηριστική η στάση που κράτησαν στην ολομέλεια στις 16/10 οι πρόεδροι συγκεκριμένων ΕΛΜΕ οι οποίοι καταψήφισαν τη συνέχιση της απεργίας-αποχής ανατρέποντας τις αποφάσεις των σωματείων τους για συνέχιση του αγώνα.

Η στάση αυτή δεν αφήνει μονάχα τον κλάδο μετέωρο την ώρα που με μαζικούς όρους, πάνω από 90%, συμμετείχε στην απεργία-αποχή. Ακόμα περισσότερο ξεπλένει την κυβέρνηση και την πολιτική της. Αθωώνει την ηγεσία του ΥΠΑΙΘ και της ανοίγει δρόμο για να εξαπολύσει τώρα ανοιχτή τρομοκρατία στους εκπαιδευτικούς, ώστε να τους υποτάξει και να τους στοιχίσει στις περίφημες «ομάδες εργασίας» που θα υλοποιήσουν την αξιολόγηση των σχολείων. Από κοινού οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, με αυτές της ΔΑΚΕ(ΝΔ) και του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, επικαλούμενες τη «νομιμότητα» επιβάλλουν στις δύο Ομοσπονδίες μια γραμμή συνθηκολόγησης και υποταγής του κλάδου, που περνά μέσα από τα διαβόητα «ενιαία κείμενα». Μια κατεύθυνση που καλεί όλους τους Συλλόγους Διδασκόντων στις αξιολογικές φόρμες με κείμενα «φασόν», για να ακυρώσουν τάχα στην πράξη την αξιολόγηση. Αυτή τη συνθηκολόγα και ηττοπαθή κατεύθυνση υλοποιεί ήδη η ΔΟΕ με τη συναίνεση δυστυχώς ενός τμήματος των Παρεμβάσεων από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, το οποίο τρέφει αυταπάτες πως έτσι θα «ακυρωθεί» η αξιολόγηση. Στη δε ΟΛΜΕ οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ παζαρεύουν ανοιχτά με τους ΔΑΚίτες και την παράταξη της ΠΕΚ(ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ) για να επιβάλουν μια αντίστοιχη θέση, μετά το ανοιχτό ξεπούλημα της απεργίας- αποχής. Η υιοθέτηση αυτής της πρακτικής από τους Συλλόγους Διδασκόντων και τους εκπαιδευτικούς στην πράξη συνιστά μια ευθεία συναίνεση και αποδοχή της αξιολόγησης, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την μέχρι τώρα αγωνιστική στάση που κράτησε ο κλάδος. Ακόμα χειρότερα, όμως, καλλιεργεί αυταπάτες πως μπορεί να υπάρξει μια «ανώδυνη» μορφή αξιολόγησης που θα έχει τη συναίνεση και τη σφραγίδα μάλιστα των Ομοσπονδιών.

Οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, που αυτοπαρουσιάζονται τώρα και κατόπιν εορτής ως «πρωταγωνιστές» των αγώνων, κατά τη συνήθη πρακτική τους, στην πραγματικότητα ακολουθούν μια γραμμή διγλωσσίας και απανωτών αναδιπλώσεων. Θυμίζουμε ότι, μετά τη δικαστική προσφυγή της Κεραμέως και την κήρυξη της απεργίας-αποχής ως παράνομης από το Πρωτοδικείο (30/09), χρειάστηκε να περάσουν 17 ολόκληρες ημέρες και να μεσολαβήσει η μεγαλειώδης 24ωρη απεργία ώστε να μιλήσουν ανοιχτά για «συνέχιση της απεργίας-αποχής». Ως τότε με μισόλογα περί «συνέχισης του αγώνα» προσπαθούσαν να συγκαλύψουν τη συμβιβαστική τους στάση μπροστά στην κυβερνητική καταστολή. Η σταθερή και επίμονη στάση των ταξικών δυνάμεων στην εκπαίδευση αλλά και το μαζικό ρεύμα τής απεργίας-αποχής τις υποχρέωσε να ανασκευάσουν τη στάση τους ακριβώς για να μην βρεθούν στο περιθώριο του εκπαιδευτικού κινήματος και στην ίδια όχθη με αυτούς που ξεπούλησαν τον αγώνα. Πόσο όμως πραγματικά εννοούν οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ τη «συνέχιση της απεργίας-αποχής»; Όπου βρεθούν οι δυνάμεις αυτές τις τελευταίες ημέρες διατυμπανίζουν πως «δεν έχουν φετίχ με τις μορφές πάλης» και πως «τώρα οι διαθέσεις του κόσμου είναι υπέρ της απεργίας-αποχής», για να συμπληρώσουν με νόημα πως «θα έρθει και η ώρα των ενιαίων κειμένων». Στην πραγματικότητα λοιπόν καθόλου δεν εννοούν τη συνέχιση του αγώνα. Δημαγωγικά μόνο εκτοξεύουν πυροτεχνήματα για να διαχωριστούν στα λόγια.

Παράλληλα στρώνουν μεθοδικά το έδαφος για να υπάρξει ευρεία συναίνεση και αποδοχή των «ενιαίων κειμένων» και τελικά της αξιολόγησης. Μια συναίνεση που το εύρος της θα ξεκινά από το ΠΑΜΕ και θα καταλήγει στη ΔΑΚΕ, διαμέσου του ΣΥΡΙΖΑ. Επιπλέον το ΠΑΜΕ ομολογεί ανοιχτά πως κανένα «πρωταγωνιστικό» ρόλο δεν έχει παίξει στην απεργία-αποχή. Αντίθετα βρίσκεται σε ρόλο παρακολουθητή του εκπαιδευτικού κινήματος και αναπροσαρμόζει τη γραμμή του με έναν ανυπόφορο καιροσκοπισμό ανάλογα με τις «διαθέσεις» του (κινήματος).

Το εκπαιδευτικό κίνημα βρίσκεται μπροστά σε μια κρίσιμη καμπή. Οι ηγεσίες των δύο εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών, με την ευθύνη των κυρίαρχων συνδικαλιστικών παρατάξεων επέβαλαν το βίαιο σταμάτημα της απεργίας-αποχής, «αδειάζοντας» έτσι τους δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικούς. Η οργή και η αγανάκτηση ξεχειλίζει μέσα στους κόλπους της εκπαίδευσης για την άθλια αυτή στάση των συνδικαλιστικών δυνάμεων. Αυτή η οργή και αγανάχτηση δεν θα πρέπει να μετασχηματιστεί σε απογοήτευση και αποστροφή από τα σωματεία. Αντίθετα πρέπει να βρει αγωνιστική διέξοδο μέσα από τα πρωτοβάθμια σωματεία, μέσα από το ζωντάνεμα των συλλογικών διαδικασιών, τη μαζικοποίηση των Γενικών Συνελεύσεων. Μόνο μια τέτοια προοπτική μπορεί να ασκήσει πίεση προς τις ηγεσίες των δύο Ομοσπονδιών, να ξαναβάλει σε αγωνιστικές ράγες το εκπαιδευτικό κίνημα ενάντια στην αξιολόγηση για να ανατραπεί συνολικά η αντιεκπαιδευτική πολιτική. Μια τέτοια κατεύθυνση πρέπει να υπηρετήσουν με επιμονή οι ταξικές δυνάμεις στην εκπαίδευση.