«Γκάζια» για την αποκέντρωση και αποδόμηση της εκπαίδευσης

Χρήστος Κάτσικας*

Σχέδιο μεταφοράς ανθρώπινου δυναμικού, κτιρίων και πόρων από την κεντρική διοίκηση στα χέρια των περιφερειαρχών και των δημάρχων επεξεργάζεται ομάδα τεχνοκρατών του υπουργείου Εσωτερικών προκειμένου να νομοθετηθεί νέος ενισχυμένος ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Σύμφωνα με πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο χρονικό διάστημα, στο επίκεντρο της προετοιμασίας της μεταρρύθμισης, που ο Κυριάκος Μητσοτάκης τη θεωρεί κομβική «ώστε να είναι απολύτως ξεκάθαρο σε όλους τους βαθμούς λειτουργίας του κράτους ποιος κάνει τι και με ποιον τρόπο», βρίσκονται οι κρίσιμοι τομείς της Παιδείας και της Υγείας.

Η βιαστική διάψευση του υπουργού Εσωτερικών Τάκη Θεοδωρικάκου για τις νέες αρμοδιότητες στους δήμους (κέντρα υγείας και σχολεία) ουσιαστικά ήταν επιβεβαίωση των δημοσιευμάτων, καθώς ο υπουργός δήλωσε ότι «είναι διακηρυγμένη κυβερνητική προτεραιότητα η ενίσχυση του ρόλου της Αυτοδιοίκησης και για τον σκοπό αυτό στο υπουργείο Εσωτερικών δημιουργήθηκε πριν 4 μήνες επιτροπή εμπειρογνωμόνων και ακαδημαϊκών, που επεξεργάζεται τις προτάσεις για το περιεχόμενο αυτής της σημαντικής μεταρρύθμισης».

Σύμφωνα με τον σχεδιασμό της επιτροπής εμπειρογνωμόνων, ένας από τους δύο άξονες του σχεδίου είναι η εκπαίδευση και συγκεκριμένα προδιαγράφεται… σύσφιγξη της σχέσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, που σήμερα περιορίζεται στα σχολικά κτίρια. Χωρίς να είναι γνωστές οι προτάσεις για τις διαδικασίες μισθοδοσίας δασκάλων και καθηγητών, φαίνεται να προκρίνεται να περάσουν στους ΟΤΑ οι προσλήψεις μη διδακτικού προσωπικού, οποιεσδήποτε υποστηρικτικές σχολικές δομές, ακόμα και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς και να ενισχύονται ο ανταγωνισμός και η αξιολόγηση.

Ηδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 σε όλα τα επίσημα κείμενα εκπαιδευτικής πολιτικής αρχίζει να γίνεται λόγος για τον «συγκεντρωτικό, άκαμπτο και γραφειοκρατικό χαρακτήρα» του εκπαιδευτικού μας συστήματος που οδηγεί στον «σφιχτό εναγκαλισμό της παιδείας από το άκαμπτο κράτος».

Πρόκειται για βασικές κατευθύνσεις της νεοφιλελεύθερης εκπαιδευτικής πολιτικής διαφοροποίησης των σχολείων, όπως σχεδιάστηκαν από την Ε.Ε. και τον ΟΟΣΑ και αναφέρονται στις προγραμματικές δηλώσεις των πρώην υπουργών Παιδείας Γ. Παπανδρέου (1995), Αννας Διαμαντοπούλου (2009), Κ. Αρβανιτόπουλου (2012) και Κ. Γαβρόγλου (2016).

Είναι αλήθεια ότι οποιοδήποτε λεξικό ή εγκυκλοπαίδεια ανοίξει κανείς, θα διαπιστώσει εύκολα ότι η έννοια της αποκέντρωσης σημασιοδοτείται θετικά. Ομως δεν είναι επιστημονικά ορθό να εξετάζεται η σημασία της γενικά και αόριστα, έξω από τους συγκεκριμένους ιστορικούς και κοινωνικούς προσδιορισμούς. Η αποκέντρωση ως βασικό στοιχείο μιας επιχειρούμενης μεταρρύθμισης του εκπαιδευτικού συστήματος δεν μπορεί να εξεταστεί ως ουδέτερη, αφηρημένη έννοια.

Πρώτος σταυροφόρος της λεγόμενης Αποκέντρωσης της Εκπαίδευσης, ο Γ. Παπανδρέου, που ανακάλυψε ως υπουργός Παιδείας, το 1995, τα «καταθλιπτικά γραφειοκρατικά σχήματα του κρατικού συγκεντρωτισμού και την ταύτιση της κρατικής μηχανής με την παιδεία που πνίγει πρωτοβουλίες, ορίζοντες και δυνατότητες» και ότι «η αποκέντρωση είναι ίσως μια τελευταία ευκαιρία να δώσει στο εκπαιδευτικό σύστημα τον σύγχρονο προσανατολισμό, την ευελιξία» (Πρακτικά Bουλής 20/3/1995).

Εντελώς τυχαία την ίδια περίοδο η αποκέντρωση και η προώθηση μεγαλύτερης αυτονομίας των σχολικών μονάδων γίνονταν από τις κεντρικές κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ, που έρχεται κι επανέρχεται σε όλες τις εκθέσεις του για την ελληνική εκπαίδευση από τότε μέχρι σήμερα.

Δέκα χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2005, και ενώ είχε υλοποιηθεί το πρώτο σχέδιο «Καποδίστριας», το ΠΑΣΟΚ στα «Συμπεράσματα Πολιτικού Συμβουλίου – Συζήτηση για την Παιδεία» κάνει λόγο για τους βασικούς άμεσους στόχους της εκπαιδευτικής πολιτικής του: «Το κράτος διατηρεί μόνο το γενικό πλαίσιο εκπαιδευτικής πολιτικής. Η περιφέρεια στηρίζει τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την κοινωνία, την οικονομία και την απασχόληση. Προσλαμβάνει τους εκπαιδευτικούς…»

Την κατεύθυνση αυτήν αναλαμβάνει να υλοποιήσει η Αννα Διαμαντοπούλου, ως υπουργός Παιδείας το 2009. Τότε, στις 5/11/2009, μετά τη συνάντηση με την ΚΕΔΚΕ, η Αννα Διαμαντοπούλου δήλωσε ότι υπάρχουν «μείζονα ζητήματα που αφορούν τον ρόλο των δημάρχων στη χωροθέτηση των σχολείων, στη σχολική στέγη, στη λειτουργία του σχολείου».

Βεβαίως και τότε στο παραβάν βρισκόταν το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς 2007-2013 (ΕΣΠΑ – Δ’ ΚΠΑ) στον τομέα εκπαίδευση στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση», όπου ο πρώτος στρατηγικός στόχος περιλάμβανε «την αναμόρφωση, τον εκσυγχρονισμό και την αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος».

Το 2016 ο πρόεδρος του λεγόμενου Εθνικού Διαλόγου, Αντ. Λιάκος, τόνιζε την ανάγκη «ενηλικίωσης του εκπαιδευτικού συστήματος, με τον απογαλακτισμό από το μεγάλο, προστατευτικό και παρεμβατικό κράτος».

Η πρόταση για αποκέντρωση είναι δεμένη με ένα νήμα με τη λεγόμενη αυτονομία της σχολικής μονάδας, τη διαφοροποίηση στο ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, την αξιολόγηση και τη θεσμοθέτηση και την ενίσχυση του ρόλου της γονεϊκής επιλογής, της δυνατότητας δηλαδή των γονιών να επιλέξουν σχολείο. Η «χημεία» τους έχει βασικό στόχο την αποδόμηση του δημόσιου χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος.

Το πρώτο βήμα της πολιτικής της αποκέντρωσης/περιφερειοποίησης της εκπαίδευσης, τα προηγούμενα χρόνια, ήταν η παράδοση των παιδικών σταθμών στους δήμους. Αποτέλεσμα; Οι περισσότεροι δήμοι επιβάρυναν τους εργαζόμενους με τη χρηματοδότηση των παιδικών σταθμών, με αυξήσεις σε δίδακτρα ή τροφεία και άλλες έκτακτες εισφορές. Επιπλέον, οι παιδικοί σταθμοί μετατράπηκαν σε πεδία εφαρμογής των ελαστικών μορφών εργασίας, αφού οι περισσότεροι εργαζόμενοι προσλαμβάνονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και έργου έτσι ώστε να βρίσκονται σε κατάσταση εργασιακής ομηρίας.

Είναι φανερό ότι μέσα από την επιχείρηση «Αποκέντρωση της Εκπαίδευσης» προωθείται η ιδιωτικοποίηση και δοκιμάζεται συνολικά το μοντέλο του ευέλικτου, «αποκεντρωμένου» σχολείου της αγοράς. Συγκεκριμένα επιδιώκεται:

• Η καθήλωση των κρατικών δαπανών για την εκπαίδευση και η μετάθεση του κόστους λειτουργίας των σχολικών μονάδων στους δήμους και ουσιαστικά στους εργαζόμενους, με την επιβολή τοπικής φορολογίας.

• Στο πλαίσιο της αποκέντρωσης είναι προφανές ότι ο εκπαιδευτικός καλείται να έχει έναν νέο ρόλο και κυρίως αυτοί που ασκούν διοίκηση. Στην ουσία, θα μετατραπούν σε μάνατζερ-διαχειριστές που θα είναι υποχρεωμένοι να αναζητούν πηγές χρηματοδότησης για τη λειτουργία του σχολείου.

Ο Χρήστος Κάτσικας είναι μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου – Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης, εκπρόσωπος των Αγωνιστικών Παρεμβάσεων στο ΠΥΣΔΕ Δ΄Αθήνας (αιρετό μέλος)