Εκδηλώσεις

29102019 EkdilosiEkpaideytika

Διαβάστε στο νέο τεύχος

DIAFHMISTIKO_131

30 χρόνια Αντιτετράδια

pstr 30yrswcs

ekpaideutikos omilos

Η εκπαιδευτική πολιτική στο δόκανο του ΟΟΣΑ

Η «άγνωστη» ενδιάμεση έκθεση  ΟΟΣΑ για την Ελληνική εκπαιδευση

Σύμφωνα με το τριετές σχέδιο για την Εκπαίδευση "Πλαίσιο κατευθύνσεων και προτάσεις" (2017-2019), το οποίο κινείται στο πλαίσιο που ορίζουν οι δεσμεύσεις των Μνημονίων 3 και 4, το φετινό Οκτώβριο αναμένεται η δημοσίευση της νέας Έκθεσης του ΟΟΣΑ για την Εκπαίδευση, η οποία, μεταξύ άλλων, θα περιλαμβάνει:

«α) την εκπόνηση ενός νέου μοντέλου αποκεντρωμένης εκπαίδευσης για την Ελλάδα, β) μεθόδους για την εφαρμογή της σχολικής αυτό-αξιολόγησης, γ) βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος, δ) βελτίωση της διακυβέρνησης και της εδραίωσης του δικτύου των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ε) βελτίωση της συνάφειας των μαθησιακών αποτελεσμάτων με τις μεταβαλλόμενες ανάγκες και απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, στ) γενικές μεθόδους αποτίμησης των ανθρώπινων και υλικών πόρων καθώς και της χρηματοδότησης που αφιερώνεται στην εκπαίδευση στην Ελλάδα μέσα στα όρια του μεσοπρόθεσμου προγράμματος».

 Ήδη από τον Φεβρουάριο του 2017 το υπουργείο Παιδείας έχει στα χέρια του την ενδιάμεση έκθεση του ΟΟΣΑ για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Η έκθεση, αν και δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του ΟΟΣΑ, κατά έναν παράξενο τρόπο παραμένει κρυφή από την ελληνική εκπαιδευτική κοινότητα, καθώς μέχρι τώρα έχουν παρουσιαστεί μόνο επιμέρους πλευρές της μέσω επιλεκτικών διαρροών, ενώ το Υπ. Παιδείας ισχυρίζεται, ακόμα και στις επίσημες συναντήσεις του με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες (ΟΛΜΕ – ΔΟΕ), ότι δεν τη γνωρίζει και την αναμένει!

 Θυμίζουμε ότι η έκθεση ΟΟΣΑ του 2011 αποτέλεσε μια σημαντική τομή για την Ελληνική Εκπαίδευση. Η εκπαιδευτική πολιτική των κυβερνήσεων από το 2011 και μετά βασίστηκε πάνω στις πολύ συγκεκριμένες, νεοφιλελεύθερης κοπής, προτάσεις του ΟΟΣΑ. Ο εξορθολογισμός του σχολικού δικτύου διαμέσου μαζικών συγχωνεύσεων – καταργήσεων σχολικών μονάδων, η θεσμοθέτηση ανεξάρτητων αρχών αξιολόγησης σχολείων και πανεπιστημίων (ΑΔΙΠΠΔΕ-ΑΔΙΠ), το Π.Δ. 152 για την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, η αύξηση του διδακτικού ωραρίου, οι διαθεσιμότητες εκπαιδευτικών και ο νόμος πλαίσιο για τα πανεπιστήμια αποτελούν μερικές μόνο εξειδικεύσεις της έκθεσης ΟΟΣΑ του 2011 για την ελληνική εκπαίδευση. Κοντολογίς, κάθε άλλο παρά συμβουλευτικό / τεχνοκρατικό ρόλο είχε ο ΟΟΣΑ τα τελευταία 6 χρόνια στη διαμόρφωση της εκπαιδευτικής πολιτικής.

 Σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευμα του εκπαιδευτικού περιοδικού ο «Σελιδοδείκτης», έχει μια σημασία να υπογραμμιστεί εξαρχής ότι η έκθεση συνδέεται άμεσα με διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση σε σχέση με την αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού της συστήματος. Δεσμεύσεις μάλιστα που σε μεγάλο βαθμό, όπως στην περίπτωση της Κοινής Διευθύνουσας Επιτροπής ΟΟΣΑ-Ελλάδας, παραμένουν μάλλον άγνωστες στην ελληνική εκπαιδευτική κοινότητα και κοινωνία, αλλά είναι ενδεικτικές, σε κάθε περίπτωση, του διεθνούς ελέγχου και των στοχεύσεων της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με βάση τις αρχές της δημοσιονομικής προσαρμογής και της καπιταλιστικής αγοράς.

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΟΟΣΑ

 Ο ΟΟΣΑ τεκμηριώνει τις θέσεις του στη βάση της αποτυχίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος στον διαγωνισμό PISA και στο αντίστοιχο πρόγραμμα για τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού (PIAAC), της ανυπαρξίας μηχανισμών λογοδοσίας /ανταποδοτικότητας και του υπερβολικού συγκεντρωτικού ελέγχου του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Πρόκειται για μια κλασική νεοφιλελεύθερη προσέγγιση των εκπαιδευτικών συστημάτων η οποία καταλήγει στην υποστήριξη των σχολικών αγορών, στη διαφοροποιημένη χρηματοδότηση με βάση τις αρχές του νέου δημόσιου μάνατζμεντ, στις τυποποιημένες εξετάσεις μαθητών, στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και στην ακόμη μεγαλύτερη σύνδεση σχολείου και πανεπιστημίου με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Από την άποψη αυτή κάθε άλλο παρά πρωτότυπες είναι οι προτάσεις του ΟΟΣΑ, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό επαναφέρουν στο δημόσιο σχολείο τις γνωστές απόψεις που είχε διατυπώσει ήδη από το 2011.

 Ειδικότερα, οι κεντρικές έννοιες γύρω από τις οποίες αρθρώνονται οι προτάσεις του ΟΟΣΑ στα προαναφερόμενα πεδία είναι η αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, η σχολική αυτονομία κι η αυξημένη λογοδοσία γύρω απ’ τα αποτελέσματα του εκπαιδευτικού συστήματος. Η μακροπρόθεσμη εκπαιδευτική στρατηγική θα πρέπει να βασίζεται στην πεποίθηση ότι «η τοπική εκπαιδευτική ηγεσία στα σχολεία, στα πανεπιστήμια και στους υπόλοιπους θεσμούς της μετα-δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μαζί με τους δήμους θα είναι το καθοριστικό στοιχείο» για τη βελτίωση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων και τη διασφάλιση μιας ποιοτικής εκπαίδευσης. Αυτό θα μπορούσε να γίνει βαθμιαία, επιλέγοντας αρχικά μια πιλοτική περιοχή εφαρμογής της αποκέντρωσης, όπου «ως πρώτο βήμα κάποια χαλάρωση του κεντρικού ελέγχου γύρω από το προσωπικό, τα αναλυτικά προγράμματα και τον προϋπολογισμό θα ήταν χρήσιμη».

 Η αποκέντρωση και η αυτονομία συνδέονται άμεσα με τη λογοδοσία. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τα εκπαιδευτικά συστήματα που συνδυάζουν την αυτονομία και τον σχολικό ανταγωνισμό με τη δημοσίευση των δεδομένων επίτευξης των μαθητών τους τείνουν να αποδίδουν καλύτερα. Υπό αυτή την έννοια, η συλλογή δεδομένων για τις επιδόσεις των μαθητών και των σχολείων κι ο καθορισμός κεντρικών επιπέδων (standards) από ανεξάρτητη αρχή αξιολόγησης είναι αποφασιστικοί παράγοντες για τη σχολική επιτυχία. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ «η εισαγωγή μαθητικών εθνικών αξιολογήσεων μπορούν να ορίσουν τα επίπεδα τα οποία όλοι οι μαθητές πρέπει να πετύχουν σε διαφορετικά στάδια της εκπαίδευσής τους και βοηθά στον εντοπισμό και στην υποστήριξη των μαθητών και των σχολείων που μένουν πίσω». Κατά συνέπεια, η αποκέντρωση σε επίπεδο διοίκησης, χρηματοδότησης και διαχείρισης του εκπαιδευτικού προσωπικού συνδέεται με την ταξινόμηση / διαφοροποίηση των σχολείων στη βάση κεντρικά καθορισμένων εκπαιδευτικών στόχων.

Η ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Στη βάση της πολιτικής επιλογής «αποκέντρωση με λογοδοσία» διατυπώνονται κι οι ειδικότερες προτάσεις της ενδιάμεσης έκθεσης. Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει με ιδιαίτερη έμφαση την ανάγκη διαμόρφωσης ειδικής χρηματοδοτικής φόρμουλας για κάθε διαφορετική σχολική μονάδα (funding formula), η οποία θα συναρτά τη χρηματοδότηση του σχολείου με συγκεκριμένους κοινωνικούς δείκτες, που θα διαμορφωθούν από τα δεδομένα της πληροφοριακής βάσης του υπουργείου MySchool (για παράδειγμα ποσοστό αλλοδαπών μαθητών, μορφωτικό επίπεδο γονέων, δυσπρόσιτες περιοχές κτλ.). Θεωρητικά, οι αποκεντρωμένοι προϋπολογισμοί σε επίπεδο αυτοδιοίκησης, η χρηματοδοτική φόρμουλα και η στοχευμένη χρηματοδότηση με τη μορφή κουπονιών στη βάση συγκεκριμένων κοινωνικών κριτηρίων στοχεύουν στη μετατόπιση πόρων προς τα σχολεία και τους μαθητές των πιο αδύναμων κοινωνικών ομάδων.

Η πραγματικότητα, ωστόσο, όπως ο ίδιος ο ΟΟΣΑ μάς αποκαλύπτει, είναι αρκετά διαφορετική. Η όποια χρηματοδοτική φόρμουλα θα συνδέεται άμεσα με την εξωτερική αξιολόγηση των σχολείων καθώς «τα σχολεία θα πρέπει να είναι ανταποδοτικά για τη χρήση των επιπρόσθετων κεφαλαίων με μέτρα που μπορεί να περιλαμβάνουν δημοσίευση ετήσιων απολογισμών και εκθέσεων». Επί της ουσίας, η συζήτηση δεν αφορά τους αδύναμους μαθητές και τη στήριξη της μόρφωσής τους, αλλά τη μετατόπιση της χρηματοδότησης σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης, τη σύνδεση χρηματοδότησης / σχολικής απόδοσης και τη δυνατότητα του ιδιωτικού εκπαιδευτικού τομέα να οικειοποιείται τη δημόσια χρηματοδότηση του σχολείου.

ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Στο ίδιο πνεύμα θεωρείται ότι η πρόσληψη του εκπαιδευτικού προσωπικού πρέπει να πραγματοποιείται σε επίπεδο σχολικής μονάδας, όπου ο διευθυντής/μάνατζερ κάθε σχολείου θα επιλέγει το εκπαιδευτικό προσωπικό της σχολικής του μονάδας: «Οι σχολικοί ηγέτες είναι ο αποφασιστικός παράγοντας για το είδος της σχολικής κουλτούρας που μπορεί να βελτιώσει τη μαθητική απόδοση. Αλλά εάν οι σχολικοί ηγέτες δεν εμπλέκονται στην πρόσληψη των εκπαιδευτικών και στην αξιολόγηση της διδασκαλίας αυτό μειώνει τη διευθυντική τους εξουσία και άρα αντίστοιχα το βαθμό ανταποδοτικότητάς του».

Προφανώς η επιμονή του Κυριάκου Μητσοτάκη για «ελεύθερη επιλογή του προσωπικού» των σχολείων δεν αποτελεί παρά copy-paste των «οδηγιών» του ΟΟΣΑ, τις οποίες ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακολουθεί «στεγνά».

Παράλληλα ο ΟΟΣΑ επισημαίνει, σε πολλά σημεία της έκθεσής του, το γεγονός ότι το 85% του υπάρχοντος προϋπολογισμού για την εκπαίδευση δίνεται σε μισθούς των εκπαιδευτικών. Κατά συνέπεια, ο ΟΟΣΑ επιμένει και το 2017 στη μείωση των εκπαιδευτικών δαπανών, στην πλήρη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών και στην «αποδοτική» κατανομή του εκπαιδευτικού προσωπικού, όπου οι εκπαιδευτικοί με περισσότερα χρόνια υπηρεσίας θα πρέπει να εργάζονται και περισσότερες ώρες.

Μένει ασφαλώς να δούμε και την ολοκληρωμένη έκθεση του ΟΟΣΑ, αλλά και το πώς τοποθετείται η κυβέρνηση στα πιο δομικά ζητήματα που θέτει η έκθεση ΟΟΣΑ, δηλαδή τη ριζική αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος στην τοπική αυτοδιοίκηση, την πλήρη ελαστικοποίηση της απασχόλησης και την αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών με βάση τις μαθητικές επιδόσεις.