Για τη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΟΛΜΕ στις 31/3

Συνάδελφοι, συναδέλφισσες Πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 31/3 συνεδρίαση του ΔΣ της ΟΛΜΕ με βασικά θέματα την εκτίμηση σχετικά με το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης καθώς επίσης και την οργάνωση του 17ου συνεδρίου της Ομοσπονδίας, το οποίο πρόκειται να διεξαχθεί στο διάστημα 1 – 4 Ιουλίου.

Από τη συζήτηση που έγινε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης προκύπτουν ορισμένα βασικά συμπεράσματα τα οποία είναι αποκαλυπτικά σχετικά με το ρόλο που επιχειρούν να διαδραματίσουν συγκεκριμένες δυνάμεις μέσα στο ΔΣ. Πιο συγκεκριμένα είναι τουλάχιστον προκλητική η στάση των δυνάμεων του παλιού κυβερνητικού συνδικαλισμού, οι οποίοι επιχειρούν να παρουσιαστούν δημόσια ως οι γνήσιοι εκφραστές και υπερασπιστές των συμφερόντων των εκπαιδευτικών και της εκπαίδευσης.

Όμως ο βαρύγδουπος «αντιμνημονιακός» λόγος μόνο όψιμος μπορεί να χαρακτηριστεί όταν ξεστομίζεται από τις δυνάμεις εκείνες που μέχρι χθες χειροκροτούσαν την πολιτική των μνημονίων που βύθισαν – και συνεχίζουν να βυθίζουν – το λαό σε βαθιά φτώχεια, εξαθλίωση και τεράστια ανεργία. Οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι οι δυνάμεις αυτές χαιρέτησαν επί της ουσίας την αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών, το κλείσιμο των 1.500 σχολείων και την αύξηση του αριθμού των μαθητών στα τμήματα, την πολιτική των μηδενικών διορισμών και αμέτρητα άλλα δεινά μέτρα. Και φυσικά δεν μπορούμε να κάνουμε πως δεν βλέπουμε τις βαθιές υποκλίσεις στις οποίες επιδίδονται μπροστά στο μεγάλο κεφάλαιο ντόπιο και ξένο, στην ΕΕ και το ΔΝΤ.

Απ' την άλλη πλευρά οι δυνάμεις που μέχρι χθες σήκωναν πολύ ψηλά τις σημαίες του αγώνα ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική των μνημονίων κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ σήμερα υποτάσσονται στο ρεαλισμό της «αντικειμενικής κατάστασης», επιχειρούν να εξωραΐσουν τη συνέχιση της ίδιας πολιτικής την οποία αποδέχεται η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ μέσω των λεγόμενων «συμφωνιών» με τους «εταίρους» και φυσικά ούτε μισή κουβέντα πλέον δεν λέγεται για το ρόλο και τον πραγματικό χαρακτήρα της Ε.Ε. Μέρα με τη μέρα αποκαλύπτεται το πραγματικό φιλοκυβερνητικό περιεχόμενο της πολιτικής τους, όταν επιχειρούν να παρουσιάσουν με θετικό πρόσημο τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης. Χρησιμοποιώντας την τακτική του κατακερματισμού της κυβερνητικής πολιτικής, επιχειρούν να προβάλουν μόνο ότι κινείται σε θετική κατεύθυνση, βάζοντας κάτω από το χαλί το σύνολο της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Την ίδια στιγμή όλα τα πολιτικά ζητήματα που αφορούν το επικείμενο 17ο Συνέδριο της Ομοσπονδίας (απολογισμός του ΔΣ κλπ) επιχειρείται να κλείσουν με τη μορφή ενός «χρονογραφήματος» προτού καν ανοίξουν, σε μια περίοδο μάλιστα κατά την οποία όλο το διεκδικητικό πλαίσιο αιτημάτων του κλάδου για το οποίο πάλεψε όλα τα προηγούμενα χρόνια παραμένει ζωντανό και επίκαιρο.

Συνάδελφοι, συναδέλφισσες Απέναντι στην κατάσταση που διαμορφώνεται επισημαίνουμε τα εξής: Σε ότι μας αφορά δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να αποδεχθούμε τη λογική εκείνη που θέλει να τεμαχίσει το σύνολο της εφαρμοζόμενης πολιτικής για να την εξωραΐσει, παρουσιάζοντας επιμέρους πτυχές της, αφήνοντας έξω από το κάδρο τη συνολική κατάσταση. Πώς μπορεί να γίνει αποδεκτή ως «μη αντιλαϊκή» η ρητή αποδοχή και η εκ νέου επικύρωση δια νόμου των όρων του πρώτου Μνημονίου, με την οποία συνεχίζεται η πολιτική των μηδενικών διορισμών στην εκπαίδευση; Πως μπορούμε να δεχτούμε ως θετικές τις αλλαγές στο Πειθαρχικό Δίκαιο όταν είναι τουλάχιστον ημιτελείς; Καταργούνται μεν οι διατάξεις που αφορούν την αυτοδίκαιη αργία αλλά παραμένει το συνολικό πλαίσιο των μνημονιακών νόμων αλλά και του αυταρχικού πειθαρχικού δικαίου (το σύνολο του Ν.4057/2012 και το σύνολο της παραγράφου Ζ του Ν.4093/12 αλλά και του ν. 3584/2007). Δεν υπάρχει η ακύρωση όλων των ποινών που έχουν επιβληθεί με τις καταργούμενες διατάξεις. Δεν υπάρχει η άμεση παύση πειθαρχικών και διοικητικών διώξεων ενάντια σε εργαζόμενους που συμμετείχαν στην απεργία-αποχή που προκήρυξαν Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και Ομοσπονδίες. Δεν διατυπώνεται η αναστολή εκτέλεσης πειθαρχικής ποινής μέχρις ότου τελεσιδικήσει το ποινικό σκέλος. Δεν απαλείφεται πλήρως το πειθαρχικό αδίκημα «της αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς εντός και εκτός υπηρεσίας», που με την ασάφειά του έχει δημιουργήσει «βιομηχανία» πειθαρχικών διώξεων. Δεν απαλείφεται το πειθαρχικό αδίκημα της «παραβίασης υποχρέωσης εχεμύθειας», το οποίο χρησιμοποιείται για να αποτρέψει καταγγελίες αυθαιρεσιών της διοίκησης. Πως μπορεί να χαρακτηριστεί ως θετική η συνέχιση της πολιτικής εκείνης που διατηρεί την «διαθεσιμότητα» και ελαστικοποιεί τις εργασιακές σχέσεις στο Δημόσιο μέσω του απαράδεκτου θεσμού της «κινητικότητας», ακόμα κι αν βαφτίζεται ως «εθελοντική»; Ακόμα και στο κορυφαίο για τον κλάδο αίτημα της επαναφοράς των εκπαιδευτικών που βρίσκονται σε διαθεσιμότητα, κυριαρχεί η δέσμευση της κυβέρνησης απέναντι σε ΕΕ και ΔΝΤ ότι τα όποια μέτρα δεν θα έχουν «δημοσιονομικό κόστος». Γι αυτό και επιμένει η κυβέρνηση να αφαιρέσει όσους επανέλθουν στην εργασία από το σύνολο των ήδη αναιμικών 15.000 νέων διορισμών. Γι αυτό και αρνείται να αποκαταστήσει οικονομικά τους συναδέλφους και τις υπέρογκες απώλειές τους για το διάστημα των 21 και πλέον μηνών διαθεσιμότητας ή να τους αναγνωρίσει έστω το χρόνο αυτό ως συντάξιμο. Την ίδια στιγμή με τις λεγόμενες «Συλλογικές Διαπραγματεύσεις» επιχειρείται να αφοπλιστεί επί της ουσίας όλο το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα και υποβαθμίζονται οι Ομοσπονδίες του Δημόσιου τομέα με τον περιορισμό των μισθολογικών διαπραγματεύσεων σε τριτοβάθμιο επίπεδο, υπονομεύοντας την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος. Η δυνατότητα για Σ.Σ.Ε. στο Δημόσιο έχει νόημα μόνο αν οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα της διαπραγμάτευσης και σε συνολικό αλλά και σε κλαδικό επίπεδο. Η ΑΔΕΔΥ να διαπραγματεύεται το «μίνιμουμ» βασικών μισθών, εν είδει μιας «Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας». Τα υπόλοιπα ζητήματα (εργασιακές σχέσεις, ειδικές συνθήκες εργασίας, ιδιαιτερότητα χώρων και οι από αυτές απορρέουσες ειδικές οικονομικές και άλλες ρυθμίσεις), πρέπει να αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης των διαφόρων κλάδων Δ.Υ. με τις Ομοσπονδίες τους. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διατηρεί στο ακέραιο όλο το εργασιακό – μισθολογικό καθεστώς με βασική πλευρά το κατάπτυστο ενιαίο μισθολόγιο 4024/11, το οποίο καταδίκασε εκατοντάδες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους – ανάμεσά τους και τους εκπαιδευτικούς – σε βαθιά φτώχεια. Καλεί λοιπόν τώρα τα συνδικάτα να επικυρώνουν την πολιτική αυτή ώστε να τα μετατρέπει σε συνένοχους επισφραγίζοντας τις ενδεχόμενες «κοινωνικές συμφωνίες» και με «συνομολογούμενες ρήτρες ειρήνης». Ακόμα και αν η κυβερνητική πολιτική συναντήσει τη διαφωνία και την απόρριψη του συνδικαλιστικού κινήματος, η κυβέρνηση διατηρεί το δικαίωμα να επιβάλλει μονομερώς το εργασιακό και οικονομικό καθεστώς όλων των δημοσίων υπαλλήλων. Συνάδελφοι, συναδέλφισσες Σε λίγους μήνες πρόκειται να διεξαχθεί το 17ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ.

Οι Αγωνιστικές Παρεμβάσεις εκτιμούν ότι είναι αναγκαιότητα να επανέλθουν στο προσκήνιο όλα τα σοβαρά προβλήματα που αφορούν τους εκπαιδευτικούς, τα σχολεία και τη νέα γενιά καθώς επίσης και ολόκληρο το διεκδικητικό πλαίσιο που αναδείχθηκε από τους σκληρούς και πολύμορφους παρατεταμένους αγώνες του εκπαιδευτικού κινήματος. Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε την αντίληψη εκείνη που βλέπει το Συνδικάτο από μακριά και περιχαρακωμένα. Ούτε επίσης αποδεχόμαστε τη λογική ενός ανέξοδου και άχρωμου «χρονογραφικού αφηγήματος» όλων των αγώνων μικρών και μεγάλων, που διεξήγαγε ο κλάδος μας. Αντίθετα επιμένουμε πως πρέπει να μιλήσουμε ξανά εφ' όλης της ύλης, για όλα τα προβλήματα που απασχόλησαν και απασχολούν τον κλάδο, για όλα εκείνα τα αιτήματα που παραμένουν ζωντανά, επίκαιρα και ζητούν την ικανοποίησή τους. Στην κατεύθυνση αυτή συνεχίζουμε....

Απρίλης 2015

Αγωνιστικές Παρεμβάσεις Συσπειρώσεις Κινήσεις Δ.Ε.