Μπροστά στα ίδια αδιέξοδα ο κόσμος της εκπαίδευσης!

Έχουμε γράψει πολλές φορές από τις στήλες της εφημερίδας για τα σοβαρά και ζωτικά προβλήματα που αφορούν τη Δημόσια Εκπαίδευση, τους εκπαιδευτικούς (πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας) και φυσικά τη νέα γενιά.Πρέπει επίσης να πούμε ότι μπορεί η κυβερνητική διαχείριση να άλλαξε στις 25 του Γενάρη, αλλά τυπικά και ουσιαστικά όλα τα προβλήματα που υπήρχαν μέχρι χθες, παραμένουν και σήμερα.

Το κλίμα της λεγόμενης «ανάσας» και «ανακούφισης» που φάνηκε ότι υπήρξε στα σχολεία, πολύ γρήγορα ξεφούσκωσε για να το διαδεχθεί ένα διαφαινόμενο πάγωμα. Δεν υπάρχει πλέον εκπαιδευτικός που να μην αντιλαμβάνεται πως το καθεστώς της βαθιάς και παρατεταμένης φτώχειας θα παραμείνει, καθώς επίσης και πως τα οξυμμένα προβλήματα που προέκυψαν από την αύξηση του ωραρίου εργασίας, τα υπέρογκα τμήματα, τους μηδενικούς διορισμούς θα επανέλθουν πολύ σύντομα για ολόκληρο τον κόσμο της εκπαίδευσης.
Αλλά ακόμα και για το ζήτημα της περιβόητης Τράπεζας Θεμάτων, επισημαίνουμε ότι η ενδεχόμενη κατάργησή της δεν αλλάζει ποιοτικά και ουσιαστικά το σκληρό ταξικό χαρακτήρα του λεγόμενου «νέου» Λυκείου, απλώς χαλαρώνει τη θηλιά γύρω από εκπαιδευτικούς και μαθητές. Σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση για την οποία δόθηκε σκληρή μάχη από τη συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, επανέρχεται μετά βεβαιότητας από την «πίσω πόρτα». Τόσο από τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης για σύνδεση της αξιολόγησης με το μισθό και την αποδοτικότητα, όσο και από τις γραπτές ανακοινώσεις του υπουργείου Παιδείας για «δημόσια διαβούλευση σχετικά με την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου» γίνεται ξεκάθαρο ότι με το συγκεκριμένο ζήτημα οι εκπαιδευτικοί θα έρθουν ξανά αντιμέτωποι.

Για το κορυφαίο ζήτημα της επαναφοράς όλων των εκπαιδευτικών που βρίσκονται εδώ και 20 μήνες σε καθεστώς διαθεσιμότητας, δεν θα πρέπει να υπάρχει κανένας εφησυχασμός και να συνεχιστεί αταλάντευτα ο αγώνας για την επαναφορά όλων των εκπαιδευτικών στις θέσεις τους. Είναι πέρα από προφανές ότι οι εκβιασμοί και οι πιέσεις που ασκούν οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για συνέχιση του προηγούμενου προγράμματος (δηλαδή των μνημονίων) θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό το αν και κατά πόσο θα επανέλθουν τελικά οι εκπαιδευτικοί πίσω στα σχολεία.
Η κατάσταση μέσα στο ΔΣ της ΟΛΜΕ
Οι μέρες που ακολούθησαν τις βουλευτικές εκλογές, διαμορφώνουν ένα εντελώς νέο τοπίο στο επίπεδο της συνδικαλιστικής ηγεσίας του κλάδου το οποίο είναι εντελώς αναντίστοιχο με τα προβλήματα, τις ανάγκες και τις διεκδικήσεις του εκπαιδευτικού κινήματος. Κύριο χαρακτηριστικό της νέας κατάστασης είναι η καθημερινή ολοένα και μεγαλύτερη διολίσθηση προς τα δεξιά και το νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό των ΣΥΝΕΚ (δυνάμεις που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ). Βασικό χαρακτηριστικό της γραμμής που υποβάλλουν στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι η υποταγή στον «ρεαλισμό της αντικειμενικής κατάστασης της χώρας» που διανθίζεται με την κλασική αστικού τύπου επιχειρηματολογία ότι «παραλάβαμε δημοσιονομικό χάος». Την ίδια στιγμή καλούν το οργανωμένο συνδικαλιστικό και το ευρύτερο λαϊκό κίνημα να «μετατρέψει τη συμφωνία κυβέρνησης – ΕΕ προς όφελός του», ή με άλλα λόγια να γίνει χειροκροτητής ή στήριγμα της νέας κυβέρνησης.
Επίσης εκμεταλλεύονται τώρα τη θεωρία των «μαξιμαλιστικών αιτημάτων» για να απαντήσουν στην άρνησή τους να μπουν ξανά στο προσκήνιο με αγωνιστικό πρόσημο οι διεκδικήσεις του εκπαιδευτικού κινήματος. Και φυσικά επιχειρούν σε κάθε περίπτωση να εξωραΐσουν και να «στρογγυλοποιήσουν» τη συμφωνία για τη συνέχιση της πολιτικής των μνημονίων.

Την ίδια στιγμή οι δυνάμεις του παλιού – πλέον – κυβερνητικού συνδικαλισμού η ΔΑΚΕ και η ΠΑΣΚ, με προεξάρχουσα την πρώτη, που αποτέλεσαν εδώ και πέντε χρόνια τους βασικούς εκφραστές της πολιτικής των μνημονίων μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα και τους χειροκροτητές της πρώτης γραμμής όλων των κυβερνήσεων ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, εμφανίζονται όψιμα και ψευδεπίγραφα ως αντιμνημονιακές, καλώντας τη νέα κυβέρνηση να «σκίσει τα μνημόνια». Φυσικά καμία αγωνία δεν έχουν για τα πραγματικά προβλήματα των εκπαιδευτικών ούτε μετατράπηκαν από τη μια μέρα στην άλλη σε αντιμνημονιακές δυνάμεις. Το ακριβώς αντίθετο. Στην πραγματικότητα επιχειρούν να «αποδείξουν» ότι η πολιτική αυτή είναι μονόδρομος, με το επιχείρημα ότι ούτε και η νέα κυβέρνηση μπορεί να αποκλίνει από αυτή, υπερασπιζόμενοι με αυτό τον τρόπο όλη την πολιτική των δύο κομμάτων της ντόπιας ολιγαρχίας.

Σε ό,τι αφορά τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ/ΚΚΕ, αυτές επανέρχονται με τη γνωστή τακτική του «ορθού ταξικού προσανατολισμού για το κίνημα» ο οποίος μεταφράζεται πρακτικά στην άμεση διεκδίκηση μιας λίστας από δεκάδες αιτήματα για την «άμεση ανακούφιση» των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία αν δεν παραπέμπουν ευθέως στη λαϊκή εξουσία, σίγουρα αποτελούν ένα είδος μεταβατικού προγράμματος. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι αυτό το πλαίσιο κατατίθεται ως πρόταση για να ικανοποιηθεί από την τωρινή κυβέρνηση, τότε εύκολα συμπεραίνουμε ότι η πολιτική του ΠΑΜΕ παραπέμπει ευθέως σε μια μορφή «αριστερού» κυβερνητισμού. Είναι όμως προφανές ότι πίσω από την τακτική αυτή κρύβουν την πραγματική τους αναχώρηση από το πεδίο των μαζικών αγώνων, ενώ ταυτόχρονα ενισχύουν τη διάσπαση και την περιχαράκωση μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα σπέρνοντας ταυτόχρονα την απογοήτευση ακόμα και σε αγωνιστές που βρίσκονται και μέσα στις δικές τους γραμμές.
Στημένη προσπάθεια για να μετατοπιστεί το επίκεντρο

Η υποτιθέμενη κρίση μέσα στο ΔΣ της ΟΛΜΕ με αφορμή τις δηλώσεις του προέδρου της μετά τη συνάντηση με το υπουργείο Παιδείας, ήταν επί της ουσίας μια στημένη προσπάθεια από τις δυνάμεις των ΣΥΝΕΚ – ΔΑΚΕ – ΠΑΜΕ (με τις δύο τελευταίες να δίνουν τα χέρια) για να μετατοπιστεί το κέντρο βάρους της συζήτησης από την οργάνωση των γενικών συνελεύσεων και την επαναφορά του πλασίου διεκδίκησης του εκπαιδευτικού κινήματος σε άλλες κατευθύνσεις που υπηρετούν ακριβώς μικροπαραταξιακές σκοπιμότητες. Στην επιχείρηση αυτή οι δυνάμεις των ΣΥΝΕΚ (ΣΥΡΙΖΑ) δε δίστασαν να αξιοποιήσουν τις γνώριμες πρακτικές της παλιάς συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, διοχετεύοντας συνειδητά ψεύδη (εφημερίδες Αυγή, ΕΦ.ΣΥΝ) για να δημιουργήσουν σύγχυση και αποπροσανατολισμό, ενδεικτικές του προσανατολισμού και της προσαρμογής τους προς τον νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Εν κατακλείδι πρέπει να πούμε ότι οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ αποτελούν τη μοναδική δύναμη που με σταθερότητα, προσήλωση και χωρίς ταλαντεύσεις επιμένουν στην κατεύθυνση πως πρέπει να επανέλθει το εκπαιδευτικό κίνημα ξανά στο προσκήνιο των αγώνων, να προτάξει ολόκληρο το διεκδικητικό πλαίσιο, χωρίς εκπτώσεις και υποχωρήσεις, ως τον μοναδικό όρο που μπορεί να δώσει πραγματικά ελπίδα σε ολόκληρο τον κόσμο της εκπαίδευσης.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Λαϊκός Δρόμος