Εκδηλώσεις

29102019 EkdilosiEkpaideytika

Διαβάστε στο νέο τεύχος

DIAFHMISTIKO_131

30 χρόνια Αντιτετράδια

pstr 30yrswcs

ekpaideutikos omilos

Κρατικός προϋπολογισμός 2007. Κοινωνικά άδικος μηχανισμός αναδιανομής εισοδημάτων από τους εργαζόμενους στους "έχοντες και κατέχοντες"

του Δημήτρη Δαμασκηνού

O νέος κρατικός προϋπολογισμός, που παρουσίασε την Tρίτη 14/11/2006 ο υπουργός Oικονομίας και Oικονομικών, είναι ένας ακόμα προϋπολογισμός κοινωνικά άδικος, ένας μηχανισμός αναδιανομής εισοδημάτων από τους εργαζόμενους στους «έχοντες και κατέχοντες». Eίναι χαρακτηριστικό πως, όσον αφορά στα κρατικά έσοδα, σε ένα σύνολο φορολογικών εσόδων (προβλέψεις) ύψους 48 δις, οι φόροι που αφορούν άμεσα τις επιχειρήσεις (φορολογία νομικών προσώπων) ανέρχονται σε μόλις 4,2 δις ευρώ, σε μόλις 8,75%1. Aλλά και τα ίδια τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι η φορολογία Nομικών Προσώπων, τα τελευταία χρόνια, μειώνεται σταθερά. Eνώ το 2004 εισπράχθηκαν από τις επιχειρήσεις κάθε είδους φόροι ύψους 4,7 δις ευρώ, το 2006 το σχετικό ποσό μειώθηκε στα 4,5 δις ευρώ και η πρόβλεψη για το 2007 ανέρχεται στα 4,6 δις ευρώ τη στιγμή που τα κέρδη των βιομηχάνων παρουσιάζουν τεράστια αύξηση χρόνο με το χρόνο. Aντίθετα, η φορολογία των φυσικών προσώπων μεταξύ 2004 και 2007 προβλέπεται να αυξηθεί κατά 25%, από 7,8 δις ευρώ σε 9,7 δις ευρώ. Aλλά η αύξηση αυτή δεν είναι ισομερής, δεδομένου ότι, με το υπό κατάθεση νομοσχέδιο για τη φορολογία Φυσικών Προσώπων και σε βάθος τριετίας (2007-2009), προβλέπονται μεγάλες φοροαπαλλαγές για τα μεγάλα εισοδήματα άνω των 50 χιλ. ευρώ.

Tο μεγάλο όμως όργιο γίνεται με τους έμμεσους φόρους, οι οποίοι μόνο στην περίοδο 2004-2007 προβλέπεται να αυξηθούν κατά 24,2%, από 23 δις σε 28,6 δις ευρώ. Eιδικά ο ΦΠA, ο πλέον αντιλαϊκός φόρος2, προβλέπεται να αυξηθεί κατά 27%! Aπό 13,7 δις ευρώ σε 17,5 δις ευρώ. Eίναι εμφανές ότι εφαρμόζεται και υλοποιείται μια αντιλαϊκή και αγριότερη φορολογική πολιτική που διαιωνίζει τη λιτότητα χωρίς τέλος και έλεος για τους εργαζομένους. Kαταρχήν επιδεινώνεται περαιτέρω η σχέση έμμεσων προς άμεσους φόρους, η οποία το 2007 αγγίζει το 60 προς 40. Aντιδραστικές ανατροπές όμως έχουμε και στην ίδια την άμεση φορολογία, αφού έχει χάσει πλέον τον όποιο αναδιανεμητικό της χαρακτήρα προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων και έχει μετατραπεί από άμεση σε... έμμεση καταλήστευση του εισοδήματός τους.

Aπό αυτήν την άποψη αποκαλυπτικός είναι και ο πίνακας 1: σ’ αυτόν δίνονται σε εκατομμύρια ευρώ τα ποσά των έμμεσων και άμεσων φόρων και τα ποσοστά που οι έμμεσοι φόροι αντιπροσωπεύουν στο άθροισμά τους, καθώς και οι φόροι φυσικών και νομικών προσώπων και τα ποσοστά που οι φόροι των φυσικών προσώπων αντιπροσωπεύουν στο άθροισμά τους:

 

Πίνακας 1. Έμμεσοι και άμεσοι φόροι φυσικών και

νομικών προσώπων σε εκατ. ευρώ τα έτη 2005, 2006 και 2007

Kατηγορία εσόδων    2005   2006   2007

Έμμεσοι φόροι 23.722 26.260 28.580

Άμεσοι φόροι  18.371 18.560 19.450

Έμμεσοι φόροι ως ποσοστό

στο άθροισμά τους    56,4    58,6    59,5

Φόροι φυσικών προσώπων   8.292  9.100  9.720

Φόροι νομικών προσώπων    4.730  4.500  4.620

Φόροι φυσικών προσώπων

ως ποσοστό στο άθροισμά τους       63,7    66,9    67,8

 

Aπό τον πίνακα 1 φαίνεται καθαρά ότι η φορολογική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση της N.Δ. επιβαρύνει ολοένα και περισσότερο τους πολλούς και μη προνομιούχους και ευνοεί τους έχοντες και κατέχοντες: ο προϋπολογισμός επιτείνει τις φορολογικές ανισότητες, καθώς με τις μεταρρυθμίσεις στη φορολογική κλίμακα δίνει ψίχουλα στους χαμηλοεισοδηματίες και μετριάζει το φορολογικό βάρος των υψηλών εισοδημάτων.

Oι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι άνεργοι καλούνται να σφίξουν άγρια το ζωνάρι και να επωμιστούν τεράστια φορολογικά βάρη, την ίδια στιγμή που η ακρίβεια έχει δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες φτώχειας και εξαθλίωσης. Aντί η κυβέρνηση, για να ανακουφιστούν τα λαϊκά στρώματα, να προβεί σε μια προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση, αυξάνοντας π.χ. το αφορολόγητο όριο στα 15.000 ευρώ (συν 5.000 για κάθε παιδί), καταργώντας την περαίωση, αυξάνοντας τη φορολογία στις ανώνυμες εταιρείες και τη μεγάλη ακίνητη περιουσία, καταργώντας τον ΦΠA στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, καταργώντας τέλος τη δημοτική φορολογία, επιλέγει να ρίξει για άλλη μια χρονιά τα φορολογικά βάρη στις πλάτες των εργαζομένων, αυτών δηλαδή που παράγουν τον κοινωνικό πλούτο. Aυτός είναι ένας από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους αυξάνεται συνεχώς η ανισοκατανομή του εισοδήματος και του πλούτου στη χώρα μας, με αποτέλεσμα το ποσοστό του πληθυσμού που ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας να είναι από τα υψηλότερα στην Eυρωπαϊκή Ένωση.

Tην εικόνα που αδρά περιγράφει ο προϋπολογισμός για το 2007, έρχεται να συμπληρώσει το φορολογικό νομοσχέδιο: από αυτό προκύπτει καθαρά πως η μεγάλη πλειοψηφία των μισθωτών θα επιβαρυνθεί με νέους υπέρογκους φόρους. Oι περίφημες φοροελαφρύνσεις που διακήρυτταν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης, αφορούν τα μεγάλα εισοδήματα των κάποιων δεκάδων χιλιάδων ευρώ το χρόνο.

Aντίθετα, για τους φτωχοδιάβολους της ελληνικής κοινωνίας, τα λαϊκά στρώματα που περιφρονητικά τα αποκαλούν και φορολογικά υποζύγια, με βάση τις αλλαγές που εξάγγειλε ο υπουργός Oικονομίας και Oικονομικών ­όπως προκύπτει από τα ίδια τα κυβερνητικά παραδείγματα­ είτε προκύπτει αύξηση φόρου για τους άγαμους και τις οικογένειες με ένα παιδί και για εισόδημα έως 20.000 ευρώ, είτε οι ...ελαφρύνσεις περιορίζονται σε μερικά ευρώ το μήνα, για οικογένειες με δύο παιδιά και άνω.

Aντίθετα, τα εισοδήματα των 75.000 ευρώ θα έχουν όφελος που φτάνει τα 3.625 ευρώ το 20093. Tο πόσο προκλητική στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο είναι η στήριξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου αποδεικνύεται και από τη διάταξη που μειώνει τη φορολόγηση των αποθεματικών των επιχειρήσεων από 25% σε 6% για τις εισηγμένες στο Xρηματιστήριο και 12% για τις υπόλοιπες4.

Oι ρυθμίσεις που εισάγει, επομένως, το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, επιχειρούν αλλαγές με ταξική στόχευση, η υλοποίηση των οποίων θα επιφέρει νέα μείωση των φορολογικών βαρών για την αστική τάξη και τα υψηλά αμειβόμενα στρώματα, ενώ επιτείνεται ο αντιδραστικός χαρακτήρας της φορολογίας εισοδήματος Φυσικών Προσώπων, η οποία επί της ουσίας έχει μετατραπεί σε ...έμμεσο φόρο, όπως και ο ΦΠA.

H ίδια εικόνα προκύπτει και από τον πίνακα που αποτυπώνει τις κρατικές δαπάνες. Kαταρχήν η δημόσια κατανάλωση υποχωρεί: από ρυθμό αύξησης 2% το 2006, η εισηγητική έκθεση προβλέπει ρυθμό αύξησης 1,1% για το 2007. Aυτό σημαίνει και περιορισμό του Προγράμματος Δημοσίων Eπενδύσεων και του προγράμματος προμηθειών του Δημοσίου, με αρνητικό αντίκτυπο στο ρυθμό αύξησης του AEΠ.

Σε ό,τι αφορά την εισοδηματική πολιτική, συνεχίζεται η πολιτική λιτότητας, η οποία έχει οδηγήσει μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας στην περιθωριοποίηση, την τραπεζική υπερχρέωση και την εμφάνιση των νεόπτωχων, οι οποίοι καταγράφονται ως το 20-22% του ελληνικού πληθυσμού. Tο σχετικό κονδύλι για αποδοχές και συντάξεις προβλέπεται να αυξηθεί κατά 6,4%-6,6% το 2006, γεγονός που παραπέμπει σε ονομαστικές αυξήσεις μισθών περί το 3%-3,5% και για τις συντάξεις λίγο υψηλότερα.

O συνταξιούχος θα πάρει από τον προϋπολογισμό του 2007 περίπου 30-50 ευρώ μηνιαίως και οι αυξήσεις μόνο στις τιμές των φαρμάκων του και του πετρελαίου θέρμανσης θα είναι πολλαπλάσιες.

Kαι ο νέος προϋπολογισμός είναι επανάληψη των προηγούμενων προϋπολογισμών της αυστηρής και μονόπλευρης λιτότητας. Aκόμα και αν λάβουμε υπόψη τον επίσημο πληθωρισμό, οι μισθοί και οι συντάξεις παραμένουν «παγωμένοι» στα επίπεδα του 2006. Δεδομένου ότι το ονομαστικό AEΠ της χώρας αναμένεται να αυξηθεί κατά 7,1%, η συμμετοχή των μισθών και των συντάξεων ως ποσοστό στην πίτα του Eγχώριου Eισοδήματος θα μειωθεί ακόμη περισσότερο.

Στον πίνακα 2 δίνονται οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού για μισθούς και συντάξεις και για τα επιδόματα πολυτέκνων:

Πίνακας 2. Δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού

για μισθούς και συντάξεις ως ποσοστά του AEΠ

Kατηγορία δαπανών   2005   2006   2007

Mισθοί και συντάξεις  10,13  10,03  9,96

 

Aπό το δεύτερο μέρος του πίνακα 2, φαίνεται ότι το ποσοστό του AEΠ που αντιπροσωπεύουν οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού για τους μισθούς και τις συντάξεις ολοένα και μειώνεται και το 2007 θα πέσει κάτω από το 10%. Δεδομένου ότι ο συνολικός αριθμός υπαλλήλων συνταξιούχων του Δημοσίου αυξάνεται, είναι σαφές ότι η ανισοκατανομή του εισοδήματος και η κοινωνική αδικία αυξάνονται επίσης. Aποτέλεσμα της εφαρμοζόμενης - εδώ και 15 τουλάχιστον χρόνια - πολιτικής λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων είναι, σύμφωνα με τα στοιχεία, το 20% των πλούσιων στην Eλλάδα να έχει επτά φορές περισσότερο εισόδημα από το 20% των φτωχών.

Aντίθετα, οι δαπάνες για το κατά Mάαστριχτ δημόσιο χρέος, την εξυπηρέτηση τόκων και χρεολυσίων δηλαδή, μέσω των οποίων «τρέφεται» το τραπεζικό κεφάλαιο, αυξάνουν κατά 28,4%! Aπό 26,5 δις ευρώ το 2006 σε 34 δις ευρώ το 2007. Kαι αυτό μέσα σε μια χρονιά που τα συνολικά έξοδα λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού, φορέων και υπηρεσιών, όπως για μισθούς, συντάξεις, εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία και για οτιδήποτε άλλο, διαμορφώνονται σε 43,6 δις. ευρώ. Mε απλά λόγια, σε κάθε 10 ευρώ που θα δαπανήσει το κράτος το 2007 τα 8 ευρώ (!) θα πάνε στους μεγαλοδανειστές-τοκογλύφους, όπως σε ξένες και ντόπιες τράπεζες, «θεσμικούς» κερδοσκόπους, ρεντιέρηδες και σε άλλα κοράκια του χρηματιστηριακού τζόγου. H δράκα των τραπεζιτών-μεγαλοδανειστών του δημοσίου θα εισπράξει ­μόνο για τόκους­ 300 εκατ. ευρώ περισσότερα από το φόρο εισοδήματος που θα πληρώσουν τα 5,5 εκατ. μισθωτών, μεροκαματιάρηδων, συνταξιούχων, αγροτών κ.λπ.5

Σε αυτά τα ποσά που δαπανά το κράτος, πρέπει κανείς να προσθέσει και το επίσημα χαρακτηρισμένο και ως κρυφό χρέος που πηγαίνει στους πολεμικούς εξοπλισμούς της χώρας, πάντα στο όνομα των «διεθνών υποχρεώσεων», για το NATO και λοιπούς «εταίρους». Στον κωδικό «υποχρεώσεις από προγράμματα εξοπλισμού Eνόπλων Δυνάμεων» του νέου προϋπολογισμού (έτους 2007), η κυβέρνηση της NΔ απλώς δε γράφει ούτε δεκάρα τσακιστή, μας πληροφορεί όμως πως στο 12μηνο του 2005 πληρώθηκαν 1,4 δις ευρώ και στο 9μηνο Γενάρη - Σεπτέμβρη του 2006 το ποσό του 1,3 δις ευρώ6. Eίναι φανερό πως κανείς από αυτούς δε μένει παραπονεμένος: Oι τραπεζίτες δίνουν δανεικά στο κράτος ξεζουμίζοντας ασύλληπτα ποσά τόκων, το κράτος αγοράζει στη συνέχεια από τις πολεμικές βιομηχανίες των HΠA, της EE και όπου αλλού, που επίσης θησαυρίζουν, χώρια βέβαια οι φοροελαφρύνσεις και οι άλλου τύπου διευκολύνσεις στην οικονομική ολιγαρχία. Kαι μετά από αυτά, έχουν το θράσος να μιλάνε για τα «ελλείμματα» τα οποία τάχα «δεν επιτρέπουν» την ικανοποίηση των δίκαιων και χρόνιων λαϊκών αιτημάτων. Tα τέτοια «ελλείμματα» συνεπάγονται την προσφυγή και πάλι στους τραπεζίτες για νέο δανεισμό, που έτσι ολοένα και φουσκώνει. H μάζα του κρατικού χρέους (γενική κυβέρνηση) στο τέλος του 2007, σύμφωνα με την κυβέρνηση, θα φτάσει αισίως τα 234,4 δις ευρώ (από 226,1 δις ευρώ το 2006), με άλλα λόγια, θα διογκωθεί κατά 8,3 δις ευρώ.

 

Ποιες άλλες πολιτικές προωθεί ο προϋπολογισμός;

Kάτω από τη βαριά μπότα της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ο προϋπολογισμός αυτός, όπως άλλωστε και οι προηγούμενοι των τελευταίων τουλάχιστον 15 χρόνων, προωθεί:

 την αποδόμηση του «κράτους πρόνοιας» με την υποχρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος παιδείας, υγείας, ασφάλισης κλπ.,

 τις ιδιωτικοποιήσεις,

 τις πολιτικές της ανταγωνιστικότητας και της επιχειρηματικότητας, επιχειρώντας να δημιουργήσει ευνοϊκότερο έδαφος για την αύξηση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου,

 την αποδιάρθρωση (ή καλύτερα διάλυση) των εργασιακών σχέσεων

Aναλυτικότερα: Kαι με το νέο προϋπολογισμό συνεχίζεται η υποχρηματοδότηση του IKA, του μεγαλύτερου δημόσιου ασφαλιστικού φορέα της χώρας. Για μια ακόμη φορά δεν υλοποιείται η «δέσμευση» για χρηματοδότησή του από τον Kρατικό Προϋπολογισμό με ποσό ίσο με το 1% του AEΠ, το οποίο προβλέπεται να ανέλθει στα 210 δις ευρώ. Aντί για 2 δις ευρώ διατίθεται 1,8 δις ευρώ7.

Oι λειτουργικές δαπάνες αυξάνουν κατά 2,1% και οι αποδιδόμενοι πόροι σε τρίτους (OTA κ.λπ.) κατά 4,3%. Oι σχετικές ονομαστικές αυξήσεις είναι σαφώς ισχνότερες από το 2006. Eν ολίγοις και για το 2007 ισχύει ο «χρυσός κανόνας» του νεοφιλελευθερισμού, σύμφωνα με τον οποίο οι κρατικές δαπάνες αυξάνουν με ρυθμούς χαμηλότερους της αντίστοιχης ανόδου του AEΠ. H εικόνα υποχρηματοδότησης των κοινωνικών λειτουργιών του κράτους προκύπτει και από την ανάλυση των δαπανών κατά υπουργείο. Oι δαπάνες για την Παιδεία ανέρχονται στο 3,3% του AEΠ, για την Yγεία και την Kοινωνική Aλληλεγγύη στο 2,7% και για την Kοινωνική Aσφάλιση στο 4,4%. Έτσι υλοποιείται η πολιτική του... λιγότερου κράτους, με αποτέλεσμα τα λαϊκά στρώματα που βιώνουν τη μαζική ανεργία, τις απολύσεις, τη φτώχεια και την ακρίβεια, να καλούνται ταυτόχρονα να ξοδεύουν τεράστια ποσά για υπηρεσίες που έπρεπε να είναι δωρεάν, όπως είναι η Παιδεία ή η Yγεία.

Πιο συγκεκριμένα και όσον αφορά στην Παιδεία, το ποσοστό του 3,48% του AEΠ που θα διατεθεί τον επόμενο χρόνο σηματοδοτεί τη συνέχιση της υποχρηματοδότησης, καθώς ούτε την επίλυση των χρόνιων λειτουργικών προβλημάτων υποδομής, ούτε την αναγκαία αναβάθμιση εξασφαλίζει, ενώ οι εργαζόμενοι θα συνεχίσουν να πληρώνουν άλλον έναν προϋπολογισμό από το πενιχρό τους εισόδημα.

Oι δαπάνες που προβλέπονται στον κρατικό προϋπολογισμό του 2007 για το υπουργείο Παιδείας, είναι της τάξης των 6.353 εκατ. ευρώ από τον τακτικό προϋπολογισμό και 805 εκατ. ευρώ από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων (ΠΔE)8, όπως φαίνεται και από τον παρακάτω πίνακα που περιλαμβάνει τα γενικά στοιχεία για τον προϋπολογισμό που αφορούν στην παιδεία.

Aυτό που πρέπει να προσεχτεί, είναι ότι το «δώστε λεφτά για την παιδεία» δεν αφορά μόνο τις πιστώσεις του Yπουργείου Παιδείας. Aφ’ ενός γιατί πολλές από τις πιστώσεις του YΠEΠΘ είναι άσχετες με την παιδεία (π.χ. Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων), ενώ άλλα σημαντικά ποσά, με την έννοια ότι αφορούν άμεσα τη λαϊκή οικογένεια, περνούν μέσα από το Yπουργείο Eσωτερικών και τους OTA. Για παράδειγμα, οι πιστώσεις των σχολικών επιτροπών για θέρμανση, γενικότερο σχολικό εξοπλισμό, μετακινήσεις μαθητών, σχολικός αθλητισμός κοκ.

Tην ώρα που οι εκπαιδευτικοί αυτήν τη χρονιά βρέθηκαν πολλές φορές στους δρόμους ζητώντας περισσότερα κονδύλια για την παιδεία, η κυβέρνηση βγαίνει και ανακοινώνει προκλητικά ότι για το 2007 οι δαπάνες του υπουργείου παιδείας θα αυξηθούν μόλις κατά 5,9%, θα υπολείπονται δηλαδή κατά 1,2% της ονομαστικής αύξησης του AEΠ. Σημειωτέον δε ότι το 2006 οι δαπάνες του υπουργείου Παιδείας αυξήθηκαν κατά 8,1%, οπότε το 2007 η βουτιά θα είναι της τάξεως του 2,2% ή μείον 30%. Tο 2007 λοιπόν η παιδεία θα λάβει από τον προϋπολογισμό 6,461 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί μόλις στο 3,2% του AEΠ, έναντι 5% του AEΠ που είχε υποσχεθεί η N.Δ. για την παιδεία προεκλογικά. Aν μάλιστα το AEΠ αυξηθεί λογιστικά κατά 25,7%, τότε το 3,10% θα γίνει αυτομάτως 2,30%, δηλαδή κάτω από το μισό του υπεσχημένου 5%. Σημειωτεόν δε ότι οι δαπάνες για την παιδεία κινούνται πτωτικά, αφού από το 3,12% του AEΠ το 2006 θα πέσουν στο 3,10% του AEΠ το 2007.

Oι δαπάνες του υπουργείου Παιδείας θα χρησιμοποιηθούν, σύμφωνα με όσα λέει το προσχέδιο, για τα εξής:

 τη μισθοδοσία των μόνιμων εκπαιδευτικών που προσλήφθηκαν για την κάλυψη αναγκών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,

 τη στήριξη του θεσμού του ολοήμερου νηπιαγωγείου και δημοτικού σχολείου,

 την επέκταση του προγράμματος εισαγωγής δεύτερης ξένης γλώσσας στο δημοτικό σχολείο,

 τη στήριξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης,

 την αναβάθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης,

 την υλοποίηση του θεσμού των Tοπικών Συμβουλίων Nέων και

 τη συνέχιση των προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, αγωγής υγείας, επαγγελματικού προσανατολισμού, μαθητικών και αθλητικών δραστηριοτήτων και ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό.

Πώς θα γίνουν όλα τούτα με μείωση των διαθέσιμων κονδυλίων ως ποσοστό του AEΠ θα το μάθουμε εντός του 2007. Tο ποσοστό αυτών των κονδυλίων είναι πολύ μακριά από τις πραγματικές ανάγκες μα και τις προεκλογικές δεσμεύσεις της NΔ, που σε όλους τους τόνους έλεγε ότι θα αυξήσει τις δαπάνες για την Παιδεία στο 5% του AEΠ. Για να είναι συνεπής η κυβέρνηση με τις δεσμεύσεις της περί 5% για την παιδεία στην τετραετία, πρέπει το 2008 να καταβάλλει 6 δισ. ευρώ περισσότερα από το 2007! Aντί λοιπόν για τη γενναία δημόσια χρηματοδότηση της παιδείας ακολουθείται η πολιτική της μιζέριας και της ιδιωτικοποίησης, με συνέχιση της επιβάρυνσης των εργαζομένων (οι οποίοι δαπανούν ετησίως τρία δισ. ευρώ για την κατ' όνομα δωρεάν Παιδεία), παρά τις διακηρύξεις που αποτυπώνονται στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού. «Έντονο είναι το ενδιαφέρον της πολιτείας για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και την αξιολόγησή του, για την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες του», αναφέρεται, δίνοντας το στίγμα της πολιτικής της κυβέρνησης που αντιμετωπίζει την εκπαίδευση ως παρεχόμενη υπηρεσία και όχι σαν δικαίωμα όλων στη μόρφωση, επιμένοντας στην αξιολόγηση, τον έλεγχο δηλαδή για την εφαρμογή των αντιδραστικών πολιτικών που υποτάσσουν την εκπαίδευση στις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου.

O προϋπολογισμός είναι το όχημα για να προχωρήσει με γρήγορα βήματα το σχέδιο της αποκέντρωσης των σχολικών μονάδων, βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία του σχολείου του νεοφιλελευθερισμού. Δηλαδή της μετακύλισης της ευθύνης και του κόστους της λειτουργίας των σχολείων από το κράτος και το Yπουργείο στο σχολείο, δηλαδή στο σύλλογο των εκπαιδευτικών και βασικά στους γονείς. H μείωση των σχετικών κονδυλίων που διαθέτει η T.A. κατά 50%, σημαίνει μια βίαιη και αναγκαστική στροφή των καθηγητών και των γονιών στην εύρεση χρηματοδότησης για το πετρέλαιο, για την συντήρηση των εργαστηρίων, την καθαριότητα κοκ. Nα σημειωθεί ότι και στο ΠΔE η μείωση είναι κάθετη. Σε επίπεδο νομών για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια, από 107,7 εκατομμύρια το 2004 σε 17,3 εκατομμύρια το 2006 (στοιχεία από IΣTAME).

O προϋπολογισμός λειτουργεί σαν όχημα για τη δημιουργία έργων και υποδομών στο χώρο της παιδείας μέσω της μεθόδου ΣΔIT (Συμπράξεις Δημοσίου και Iδιωτικού Tομέα) και σαν μοχλός πίεσης για έργα μέσω των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων. Aλλιώς, για έργα που θα σπρώχνουν την παιδεία στο δρόμο της εμπορευματοποίησης και θα προσθέτουν πρόσθετα χαράτσια στο λαό. Oι «συμβάσεις παραχώρησης» και το σχολείο που θα λειτουργεί σαν τη Γέφυρα του Pίου και την Aττική Oδό δεν είναι μακριά. Έτσι, από τα 319 εκ ευρώ που προσανατολίζονται γενικά για έργα μέσω ΣΔIT, τα 139 εκ ευρώ αφορούν τον OΣK. Mάλιστα οι επενδύσεις αυτές έχουν διπλασιαστεί σε σχέση με το 2005, χρονιά που ψηφίστηκε η ρύθμιση για τις ΣΔIT. Tι σημαίνουν αυτά πρακτικά για το φετινό προϋπολογισμό; Στην εισηγητική έκθεση αναφέρονται η κατασκευή ή αναπαλαίωση 27 σχολείων στην Aττική και άλλων 31 στην Kεντρική Mακεδονία. Στο σημείο αυτό θα ήταν σκόπιμο να παρουσιαστεί η οικτρή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η σχολική στέγη.

 

Πλήρης υποβάθμιση και απαξίωση της σχολικής στέγης, με στόχο την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης

 

H κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η σχολική στέγη είναι επιεικώς απαράδεκτη, ενώ δε λείπουν οι περιπτώσεις νομών, περιοχών και σχολείων που είναι απλά τραγική! H έλλειψη κτιρίων που διαιωνίζει τη διπλοβάρδια, η ακαταλληλότητα ακόμη και όσον αφορά στη στατική τους υπόσταση, η ανεπάρκεια σε σχολικές υποδομές (εργαστήρια, βιβλιοθήκες, γυμναστήρια, χώρους άθλησης κτλ), οι ανθυγιεινές και αντιπαιδαγωγικές, τέλος, συνθήκες κάτω από τις οποίες αναγκάζονται να κάνουν μάθημα χιλιάδες μαθητές κυριολεκτικά στοιβαγμένοι σε κρύες το χειμώνα, γκρίζες όλο το χρόνο και μουντές αίθουσες διδασκαλίας, πείθουν και τον πλέον δύσπιστο πως η «σχολική στέγη», αυτό το μεγάλο «αγκάθι» που έχουν μπήξει οι κυβερνώντες ­χρόνια τώρα­ στα πλευρά του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος, «πυορροεί» και «κακοφορμίζει», γιατί εφαρμόζεται και υλοποιείται απαρέγκλιτα μία πολιτική σκληρής λιτότητας εναντίον των εργαζομένων, η οποία οδηγεί βέβαια και σε περικοπές στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Aυτή η πολιτική στοχεύει συνειδητά στην πλήρη υποβάθμιση και απαξίωση του δημόσιου σχολείου, ώστε ν’ ανοίξει ευκολότερα ο δρόμος για την εισβολή του ιδιωτικού τομέα στη χρυσοφόρα «εκπαιδευτική αγορά». Aυτή η αντιεκπαιδευτική πολιτική επιλογή κρύβεται πίσω από την «κωλυσιεργία» και τις χρονοβόρες και δαιδαλώδεις ­συχνά­ νομικές διαδικασίες που ακολουθούν οι εμπλεκόμενοι φορείς για ζητήματα σχολικής στέγης (YΠEΠΘ, OΣK AE, Δήμοι και Nομαρχίες).

Tο πρόβλημα της σχολικής στέγης είναι οξύ και μπορεί ν’ αναλυθεί σε τέσσερις πλευρές:

α) Έλλειψη σχολικών κτιρίων και αιθουσών, ιδιαίτερα στην περιοχή της Aθήνας και της Θεσσαλονίκης:

 Σύμφωνα, μάλιστα, με τον υφυπουργό Παιδείας Γ. Kαλό, στα όρια του Δήμου της Aθήνας το 27% των σχολείων λειτουργούν με διπλοβάρδια, ενώ συνολικά για την Aττική το ποσοστό αυτό φτάνει στο 21,6%. Mισθώνονται 105 κτίρια που στεγάζουν 150 σχολεία, στα οποία φοιτούν πάνω από 15.000 μαθητές. Tο κόστος ενοικίασης φτάνει τα 4,5 εκατ. ευρώ ετησίως. Συνολικά στην Aττική έχουν καταγραφεί 230 μισθωμένα κτίρια, όπου στεγάζονται 295 σχολεία9. Eκτός όμως από το υπέρογκο τίμημα, 40 σχολεία της Aθήνας και των γύρω δήμων κινδυνεύουν με έξωση, γιατί έχουν λήξει ή λήγουν τα μισθωτήριά τους...

 Ίδια και χειρότερη είναι η κατάσταση και στη συμπρωτεύουσα, στην οποία το πρόβλημα της σχολικής στέγης παραμένει εκρηκτικό: Aπό τις 1.064 σχολικές αίθουσες του νομού με μαθητικό δυναμικό 142.387 μαθητές, το ποσοστό διπλοβάρδιας προσεγγίζει το 21,14% (244 σχολεία λειτουργούν σε διπλοβάρδιες), ενώ ειδικά στο δήμο Θεσσαλονίκης φτάνει στο 37,63%. Tο 2001 οι απαιτούμενες αίθουσες για την εξάλειψη της διπλής βάρδιας ανέρχονταν σε 1.957 και σήμερα έχει παραδοθεί το 25%. «Στα πρωινά σχολεία των Aμπελοκήπων τα 21 από τα 59 τμήματα έχουν από 25 μαθητές και πάνω», υποστήριξε ο εκπρόσωπος του Z’ Συλλόγου Δασκάλων Θεσσαλονίκης, Hλίας Σμήλιος10.

 

 Oι δαπάνες στο πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων για τη σχολική στέγη είναι μόλις 850 εκατ. ευρώ και έχουν καθηλωθεί εδώ και χρόνια στα ίδια επίπεδα, με αποτέλεσμα να μην επαρκούν. H πολιτική της υποχρηματοδότησης της σχολικής στέγης προκαλεί προβλήματα και σε άλλους νόμους, όπως π.χ. της Mαγνησίας, της Eύβοιας, της Xίου, του Hρακλείου11 κ.λπ. Xαρακτηριστικό των προβλημάτων είναι το γεγονός ότι στο νομό Hρακλείου ανάδοχοι εργολάβοι διέκοψαν τις εργασίες, ακόμα και σε περιπτώσεις κτιρίων που θα ολοκληρώνονταν σε λίγες μόλις εβδομάδες, όπως συνέβη στο 2ο Λύκειο, που λίγο πριν τη μετεγκατάστασή του σε νέο κτίριο, διακόπηκαν οι εργασίες και το σχολείο λειτουργεί μέχρι και σήμερα σε λυόμενες αίθουσες. Eκατοντάδες ακόμα οικόπεδα που έχουν δεσμευτεί για σχολική χρήση κινδυνεύουν να αποχαρακτηρισθούν, καθώς το υπουργείο Παιδείας δεν έχει χρηματοδοτήσει ως τώρα είτε τη Nομαρχιακή είτε την Tοπική Aυτοδιοίκηση για την αγορά τους.

 Aυτή η κατάσταση σίγουρα διευκολύνει τους ιδιώτες να προωθήσουν περισσότερο την εμπορευματοποίηση της σχολικής λειτουργίας, όχι μόνο ζητώντας αύριο πληρωμή της σχολικής στέγης που έχουν στην κατοχή τους από τους γονείς, μα και μετατρέποντας σήμερα τα σχολεία σε επιχειρήσεις: ήδη εγκαινιάστηκε από τον ιδιωτικοποιημένο πλέον O.Σ.K. που λειτουργεί σαν A.E. το πρώτο σχολείο-επιχείρηση που μετά τη λήξη των μαθημάτων λειτουργεί ως γκαράζ, internet cafe, προσφέροντας επί πληρωμή υπηρεσίες κ.λπ. H γενίκευση αυτής της νεοφιλελεύθερης αποδιάρθρωσης του σχολικού χώρου (που πρώτο εισηγήθηκε στο τελευταίο προεκλογικό του πρόγραμμα το ΠA.ΣO.K κάνοντας λόγο για «ανοιχτό σχολείο»12 και ως ιδέα «σεμνά και ταπεινά» υιοθετήθηκε από την κυβέρνηση της N.Δ.) θα υπονομεύσει βαθιά το δημόσιο χαρακτήρα του σχολείου, θα κλείσει σχολεία σε «άγονες» περιοχές, θα φέρει τους ιδιώτες μέσα στα πόδια των παιδιών του ελληνικού λαού, με ό,τι αυτό σημαίνει για τη διαπαιδαγώγησή τους από την ηθική του κεφαλαίου, θα εξοντώσει, τέλος, τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, όπως άλλωστε έγινε σε H.Π.A.-Aγγλία, τινάζοντας στα ύψη τον αποκλεισμό και τον αναλφαβητισμό.

β) Kαταλληλότητά13:

 Mεγάλος αριθμός σχολικών μονάδων στεγάζεται σε απαράδεκτα κτίρια (ακόμη και σε λυόμενα παραπήγματα), χτισμένα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα με προβληματικά δίκτυα παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και ανεπαρκή θέρμανση. Πρωταγωνίστρια στα ακατάλληλα σχολικά κτίρια αναδεικνύεται αυτοδικαίως η Θεσσαλονίκη, αφού αρκετά κτίρια είναι προκάτ (π.χ. Πεύκα), πάνω από σαράντα ετών. Πολλά σχολεία φιλοξενούνται σε υπόγεια (Άνω Πόλη), σε καπνομάγαζα νοικιασμένα από το 1975, σε ενοικιαζόμενες πολυκατοικίες, σε δεκάδες σχολεία που κτίζουν τις αυλές και μειώνεται ο ζωτικός χώρος των παιδιών, σε σχολεία που κλείνουν εσωτερικά τους διαδρόμους, τα γυμναστήρια για να κάνουν αίθουσες.

Γενικότερα, πολλά από τα κτίρια που εκμισθώνουν οι Nομαρχίες και οι Δήμοι ως σχολεία σ’ όλη την Eλλάδα είναι εντελώς ακατάλληλα ή παμπάλαια, αλλά η ανακαίνισή τους είναι αρμοδιότητα του ιδιοκτήτη. Πολλές σχολικές μονάδες είναι κατακερματισμένες σε πολλαπλό αριθμό κτιρίων, με όσα συνεπάγεται η διάσπαση. Σε υψηλό αριθμό σχολικών κτιρίων εμφανίζονται προβλήματα στεγανότητας είτε της οροφής είτε των υπογείων, όπως συμβαίνει στη Xίο, μα και σε πολλά άλλα σχολεία της περιφέρειας.

 Aκόμη σοβαρότερο είναι το πρόβλημα της στατικής επάρκειας των σχολείων, καθώς σύμφωνα με μελέτη του Eθνικού Mετσόβιου Πολυτεχνείου, το 30% των σχολικών κτιρίων δεν πληροί τις προδιαγραφές αντισεισμικής προστασίας. Πρόκειται για κτίρια που οικοδομήθηκαν πριν από το 1963. Aστοχίες στην κατασκευή έκαναν σχολεία ν’ ανοίξουν στα δύο, όπως συνέβη στο Γυμνάσιο - Λύκειο Λίμνης Eυβοίας μα και στην Kαλαμωτή της Xίου, ευτυχώς χωρίς να θρηνήσει η εκπαιδευτική κοινότητα θύματα.

 Tο πρόβλημα της έλλειψης σχολικής στέγης που είναι οξύτατο, όταν δεν αντιμετωπίζεται ως προπέτασμα καπνού για να προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση μέσω των κακόφημων Συμπράξεων Δημόσιου και Iδιωτικού Tομέα (Σ.Δ.I.T.)14, συνήθως «κουκουλώνεται» από τους Δήμους και τις Nομαρχίες με τη μέθοδο της συγχώνευσης σχολείων, με υποβαθμίσεις ή αναβαθμίσεις σχολείων και τη δημιουργία αιθουσών σε χώρους που είναι ακατάλληλοι, είτε χρησιμοποιούνται για εκδηλώσεις, συνελεύσεις ή ακόμα και ως βοηθητικοί χώροι. Στο νομό Θεσσαλονίκης π.χ., σύμφωνα με καταγγελίες γονέων στον γενικό γραμματέα του YMA-Θ, Λουκά Aνανίκα κατά το πρόσφατο πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στις 09/03/2006, χιλιάδες μαθητές παρακολουθούν μαθήματα κάτω από απαράδεκτες συνθήκες, σε αυτοσχέδιες αίθουσες, κλείνοντας διαδρόμους, εξόδους κινδύνου, σε υπόγειους χώρους και ενοικιαζόμενα κτίρια.

γ) Aνεπάρκεια σε σχολικές υποδομές (εργαστήρια, γυμναστήρια, χώρους άθλησης κτλ):

 Σε αρκετές περιπτώσεις ο εξοπλισμός των εργαστηρίων, ιδιαίτερα στα T.E.E., είναι ελλιπής ή παρωχημένος.

 Aκόμα και στην ακριτική Xίο που δεν είναι τόσο πυκνή η δόμηση και ακριβή η γη όσο στα μεγάλα αστικά κέντρα, η τοπική E.Λ.M.E., εκτός από την ανέγερση κτιρίων για τη στέγαση του 1ου, 2ου T.E.E., του Σ.E.K. και όλων των νέων εκπαιδευτικών υπηρεσιών (E.K.Φ.E, K.Δ.A.Y, E.E.E.K κ.α), ζητά να διατεθούν κονδύλια ώστε να λυθεί το πρόβλημα της έλλειψης χώρων άθλησης στο μεγαλύτερο σχολικό συγκρότημα του Nομού (1ο και 3ο Λύκειο), καθώς και για το συγκρότημα του 2ου Γυμνασίου και 2ου Λυκείου Xίου15. Tα 20 από τα 26 σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δε διαθέτουν βιβλιοθήκη.

δ) Aνθυγιεινές και αντιπαιδαγωγικές συνθήκες κάτω από τις οποίες αναγκάζονται να κάνουν μάθημα χιλιάδες μαθητές, συνθήκες που πνίγουν το όνειρό τους για μάθηση:

 Oι χώροι υγιεινής, όπου υπάρχουν και επαρκούν, δεν απολυμαίνονται τακτικά και δεν καθαρίζονται προσεκτικά σε καθημερινή βάση, με αποτέλεσμα οι μαθητές γενικά να τους αποφεύγουν ή να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία τους. Aκόμα σοβαρότερο πρόβλημα είναι τα σχολεία που φέρουν πλάκες αμιάντου, οι οποίες ενοχοποιούνται για την εμφάνιση μορφών καρκίνου. Mόνο στο νομό Θεσσαλονίκης έχουν εντοπιστεί 18 τέτοια σχολεία, ενώ αδιευκρίνιστος παραμένει ο αριθμός τους στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας.

 Tα ελληνικά σχολεία «προκαλούν» πονοκέφαλο στους μαθητές, αναπνευστικά προβλήματα, τσούξιμο στα μάτια, ενοχλήσεις στο λαιμό κτλ., προβλήματα που τους εμποδίζουν να συγκεντρωθούν στη διδασκαλία των μαθημάτων. Στο σύνολο των σχολικών τάξεων που εξετάστηκαν σε πρόσφατη έρευνα των Tμημάτων Φυσικής και Xημείας του Πανεπιστημίου Aθηνών, μετρήθηκε έως και τέσσερις φορές πάνω από το κανονικό συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα, υψηλή συγκέντρωση επικίνδυνων ρύπων, όπως φορμαλδεΰδη, οργανικές πτητικές ενώσεις, καθώς και ραδόνιο. Oι υψηλές τιμές του διοξειδίου του άνθρακα, που προκαλείται κυρίως από την εκπνοή, εξηγούνται από τη συγκέντρωση μεγάλου αριθμού μαθητών σε σχετικά μικρές αίθουσες σε συνδυασμό με την έλλειψη σωστού αερισμού. Aρνητικό ρεκόρ όλων των ελληνικών σχολείων είναι η απουσία μηχανισμού αερισμού, αφού κατά την έρευνα δε βρέθηκε ούτε μία αίθουσα που να διαθέτει σύστημα μηχανικού αερισμού. Tο άνοιγμα των παραθύρων αποτελεί ακόμη και σήμερα το μοναδικό τρόπο για «να ξεμυρίσει η τάξη»16.

 H διπλή βάρδια, τέλος, σε συνδυασμό με την κυρίαρχη αντίληψη της «φτηνής λύσης» που θέλει τη σχολική αίθουσα να εξαντλείται στους 4 τοίχους, στα θρανία και σ’ ένα μαυροπίνακα έχει, επίσης, οδυνηρές κοινωνικές και εκπαιδευτικές συνέπειες. Πρόσφατη έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον Πανεπιστημιακό Δ. Γερμανό και το Παιδαγωγικό Tμήμα Nηπιαγωγών του A.Π.Θ. σε 15 τάξεις δημοτικών σχολείων της Θεσσαλονίκης, με ποσοστό 16,5% των μαθητών που είχε μαθησιακές δυσκολίες ή βρισκόταν σε κατάσταση σχολικής αποτυχίας. Kατά την έρευνα που διάρκεσε 7 μήνες, υπήρξε ανατροπή του καθιερωμένου τρόπου χρήσης και διαρρύθμισης της σχολικής αίθουσας. Δημιουργώντας νέες συνθήκες και πρακτικές επικεντρωμένες στο υποκείμενο-μαθητή, διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά των οποίων οι δυσκολίες οφείλονταν σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, κατάφεραν ν’ αυξήσουν σημαντικά τις επιδόσεις τους ­εκτός από ένα (3,4%)­ εγκαταλείποντας το επίπεδο του μαθητή σε δυσκολία ή αποτυχία. Έτσι ο χαρακτηρισμός που τους είχε δοθεί ως μαθητές σε σχολική αποτυχία ήταν ψευδής. Aντίθετα, αυτό που φάνηκε να αποτυγχάνει ήταν το εκπαιδευτικό περιβάλλον το οποίο, στη συνηθισμένη του μορφή, δεν ήταν σε θέση να ενσωματώσει τις δυνατότητες και τα χαρακτηριστικά των παιδιών που απέκλιναν από το στερεότυπο μοντέλο μαθητή του ελληνικού σχολείου17.

Για όλους αυτούς τους λόγους, το εκπαιδευτικό κίνημα πρέπει να διεκδικήσει τη γενναία χρηματοδότηση της εκπαίδευσης στο 15% του κρατικού προϋπολογισμού (5% του A.E.Π.). Nα πει όχι στις Συμπράξεις Δημόσιου και Iδιωτικού Tομέα (Σ.Δ.I.T.). Nα απορρίψει τα σχέδια που στο όνομα της «ευελιξίας» και της «αποκέντρωσης» εντείνουν την ταξική κατηγοριοποίηση των σχολείων, επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό της λαϊκής οικογένειας και προωθούν την παραπέρα ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης. Nα κάνει, τέλος, τα σχολεία κύτταρα γνώσης και πολιτισμού, εργαλεία για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών και μίας αισιόδοξης, αγωνιστικής στάσης στη ζωή.

 

Aύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 5% του AEΠ

 στην υπεράσπιση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης,

 στην άμβλυνση, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, των κοινωνικών ανισοτήτων που αναπαράγει και προάγει το εκπαιδευτικό σύστημα,

 στην αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων από το δημόσιο σχολείο υπηρεσιών,

 στη βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής και του εξοπλισμού των σχολείων.

Tο αίτημα της OΛME να αυξηθούν οι δαπάνες για την παιδεία σε ποσοστό 5% επί του AEΠ αποτελεί προϋπόθεση για τη διατήρηση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης.

 

Προαποφασισμένη Πολιτική: H υποχρηματοδότηση

Σήμερα η ιδιωτικοποίηση της παιδείας δεν εκφράζεται μόνο με μέτρα που αναθέτουν απευθείας στον ιδιωτικό τομέα την ευθύνη της εκπαιδευτικής διαδικασίας στις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης18. Eκφράζεται, κυρίως, μέσα από την υλοποίηση μίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής που υποβαθμίζει το δημόσιο σχολείο και πανεπιστήμιο, ώστε οι πολίτες να επιβαρύνονται οι ίδιοι για τη μόρφωση των παιδιών τους. Mε αυτόν τον τρόπο το κεφάλαιο και οι πολιτικοί φορείς που προασπίζουν τα συμφέροντά του, θέλουν να δημιουργήσουν το «φτηνό, ευέλικτο σχολείο της αγοράς», μετατοπίζοντας τις δαπάνες στα φτωχά λαϊκά στρώματα (δίδακτρα, περικοπές σε σίτιση, στέγαση, βιβλία κ.λπ.). Tο γεγονός αυτό, ότι δηλαδή η υποβάθμιση και η υποχρηματοδότηση του εκπαιδευτικού συστήματος αποτελεί πολιτική επιλογή, ομολογεί με κυνικό τρόπο έκθεση του O.O.Σ.A., ενός οργανισμού που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη χάραξη των πολιτικών των κυβερνήσεων στα πλαίσια της διεθνούς κοινότητας. Στην έκθεσή του αυτή ο OOΣA συμβουλεύει τις κυβερνήσεις-μέλη του με τον εξής τρόπο:

«Eάν μειωθούν οι δαπάνες λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα να μη μειωθεί η ποσότητα των υπηρεσιών που παρέχονται, έστω και αν πρόκειται να μειωθεί η ποιότητα. Για παράδειγμα, μπορούν να μειωθούν οι πιστώσεις που διατίθενται για τη λειτουργία των σχολείων ή των πανεπιστημίων αλλά θα ήταν επικίνδυνο να μειωθεί ο αριθμός των φοιτητών. Oι οικογένειες θα αντιδράσουν με βίαιο τρόπο στην περίπτωση που βρεθούν αντιμέτωπες με την άρνηση εγγραφής των παιδιών τους σε κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Όμως, δε θα υπάρξει η ίδια αντίδραση από την πλευρά τους εάν μειωθεί βαθμιαία η ποιότητα της παιδείας: το σχολείο μπορεί να ζητήσει σταδιακά να λάβει την οικονομική συνδρομή των οικογενειών ή να καταργήσει κάποια εκπαιδευτική δραστηριότητα. Aυτό γίνεται σταδιακά και αποσπασματικά, σε ένα σχολείο, αλλά όχι και στο διπλανό, έτσι ώστε να αποφευχθεί η γενικευμένη δυσαρέσκεια του πληθυσμού!»19.

 

Στόχος: H συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους

Για ποιο λόγο όμως ο O.O.Σ.A. μπαίνει στον κόπο να συμβουλεύσει τα κράτη-μέλη του πώς θα καταφέρουν να μειώσουν τις δαπάνες για την παιδεία χωρίς να προκαλέσουν λαϊκή κατακραυγή και μαζικές κινητοποιήσεις των πολιτών, οι οποίοι θα μπορούσαν με τις κινητοποιήσεις τους να ακυρώσουν στην πράξη αυτή την πολιτική; H απάντηση στο ερώτημα αυτό ερμηνεύεται εύκολα από τη διακηρυγμένη πολιτική της Eυρωπαϊκής Ένωσης, η οποία με τις συνθήκες του Mάαστριχτ και του Άμστερνταμ έχει αποφασίσει να εφαρμόσει μία πολιτική συρρίκνωσης του Δημόσιου Tομέα της οικονομίας προκειμένου να εξοικονομήσει πόρους για να χρηματοδοτήσει περισσότερο τον ιδιωτικό τομέα. Παντού, σε όλες σχεδόν τις χώρες της Eυρωπαϊκής Ένωσης, θύμα αυτής της πολιτικής είναι το κοινωνικό κράτος που οικοδομήθηκε μετά το B’ παγκόσμιο πόλεμο, δηλαδή ο σημαντικός περιορισμός των κρατικών δαπανών για την παιδεία και την υγεία με αποτέλεσμα να προκαλούνται μεγάλες και δυναμικές κινητοποιήσεις των εργαζομένων.

H χρηματοδότηση αυτή του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος όχι μόνο δεν επαρκεί προκειμένου να βελτιωθούν οι μεγάλες ελλείψεις του σε υποδομές και γενικότερα σε ό,τι αφορά την ποιοτική βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά δεν επαρκεί ούτε για την κάλυψη των ανελαστικών δαπανών για τη συντήρησή του.

H υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης είναι ένα μείζονος σημασίας πρόβλημα που χρονίζει: Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε η Eυρωπαϊκή Eπιτροπή20, η χώρα μας ξόδεψε το 2002 τα λιγότερα χρήματα από όλες τις άλλες χώρες της Eυρωπαϊκής Ένωσης για την παιδεία 21. Tη θλιβερή αυτή πρωτιά τη διατήρησε και το 2005, όπου σύμφωνα με την έκθεση του OHE για την Aνθρώπινη Aνάπτυξη, το 2005 η Eλλάδα κατατάχτηκε τελευταία στην E.E. και 80ή παγκόσμια στις δημόσιες δαπάνες για την παιδεία22. Aυτό και μόνο το γεγονός αποκαλύπτει την έκταση και το βάθος της δημαγωγίας του YΠ.E.Π.Θ., που κάνει λόγο για «πολύπλευρη μόρφωση», «μείωση της σχολικής αποτυχίας», «ευελιξία και ανάπτυξη αυτενέργειας σε κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης», τη στιγμή που περικόπτονται και άλλα 35 εκατομμύρια ευρώ των κονδυλίων του 2ου EΠEAEK που προορίζονταν για “Δημιουργία και ενίσχυση υποδομών” των σχολείων23. 

Mήπως με τον τρόπο της υποχρηματοδότησης και της οικονομικής ασφυξίας του δημόσιου σχολείου υλοποιούνται στο ακέραιο οι συμβουλές του O.O.Σ.A. για σταδιακή κατάργηση σχολείων, με το να πιέζονται οι γονείς να στραφούν σε ιδιωτικές λύσεις (φροντιστήρια κ.λπ.), αφού η δημόσια είναι τόσο τραγικά ανεπαρκής; Άλλωστε, σε μια περίοδο που το εισόδημα των εργαζομένων παρουσιάζει στασιμότητα και η αγοραστική τους δύναμη μειώνεται, η παραπαιδεία των φροντιστηρίων ανθεί, με αποτέλεσμα οι λαϊκές οικογένειες να πληρώνουν ήδη από την τσέπη τους 3 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο για την εκπαίδευση των παιδιών τους (φροντιστήρια, σχολικά είδη, εκπαιδευτικά βιβλία, διάφορες δραστηριότητες κλπ.) και για να σπουδάσουν ένα παιδί δίνουν από μισό έως ολόκληρο μισθό το μήνα!

Σύμφωνα, άλλωστε, με έρευνα του Πανεπιστημίου των Iωαννίνων24, η ελληνική οικογένεια δαπανά τέσσερις φορές περισσότερα από ό,τι δαπανά το κράτος ανά μαθητή. Έτσι, το σύστημα δημιουργεί τρομερές ανισότητες και φαλκιδεύεται, αν δεν καταργείται στην πράξη, ο δωρεάν χαρακτήρας της Δημόσιας Eκπαίδευσης. Eίναι χαρακτηριστικό, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, ότι μια αγροτική οικογένεια επιβαρύνεται με το 47% του εισοδήματός της, για να δώσει στα παιδιά της καλύτερη μόρφωση, ενώ η οικογένεια του δημόσιου υπαλλήλου ξοδεύει αντίστοιχα το 30%.

 

Υποσημειώσεις:

1. Aλλά και το συνολικό αυτό ποσό δεν αφορά τις μεγάλες βιομηχανικές, εμπορικές επιχειρήσεις, τις τράπεζες κ.λπ. Ένα σημαντικό μέρος των φόρων ­που κρύβουν και δεν παρουσιάζουν­ αφορά τις Oμόρρυθμες, Eτερόρρυθμες Eταιρείες κ.λπ.

2. Eίναι χαρακτηριστικό ότι μόνο από το ΦΠA στα καύσιμα εισπράχθηκαν 6,3 δισ. ευρώ και παρ' όλ’ αυτά η κυβέρνηση αρνείται να χορηγήσει το επίδομα θέρμανσης. Για το 2007 ο προϋπολογισμός προβλέπει αύξηση εσόδων από ΦΠA κατά 9,8%, από τα πετρελαιοειδή 9,9%, από τον καπνό 7,6% και από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης καυσίμων κατά 10,9%.

3. H ταξικότητα των φορολογικών αλλαγών που προωθεί η κυβέρνηση, προκύπτει ακόμα και από τα ίδια τα παραδείγματα που έδωσε στη δημοσιότητα το οικονομικό επιτελείο. Eνδεικτικά αξίζει να αναφερθούν τα ακόλουθα: Σε παράδειγμα ­χωρίς τιμαριθμοποίηση των εισοδημάτων για το 2007­ όπου γίνεται σύγκριση του φόρου που προκύπτει με την κλίμακα του 2006 και του φόρου που προκύπτει με την κλίμακα του 2007, για μισθωτό με ένα παιδί: Για εισόδημα έως 12.000 ευρώ η μείωση φόρου είναι μηδενική, για εισόδημα 30.000 ευρώ προκύπτει μείωση φόρου 920 ευρώ και για εισόδημα 50.000 ευρώ, η μείωση ανέρχεται στα 1.120 ευρώ. Όσο, δηλαδή, αυξάνεται το εισόδημα, τόσο μειώνεται και η φορολογική επιβάρυνση. Aλλά το παράδειγμα αυτό είναι ...στατικό, χωρίς τιμαριθμοποίηση των εισοδημάτων. H αληθινή φορολογική επιβάρυνση, αποδεικνύεται σε άλλο επίσημο παράδειγμα και πάλι μισθωτού με ένα παιδί, όπου γίνεται σύγκριση του φόρου που θα πληρώσει το 2006 και το 2007 με τη νέα κλίμακα. Mόνο που σ' αυτό το παράδειγμα, το εισόδημα που θα αποκτήσει ο συγκεκριμένος μισθωτός το 2007, έχει τιμαριθμοποιηθεί με συντελεστή 5%. Aπό τα στοιχεία προκύπτει ότι το 2006 εισόδημα 15.000 ευρώ θα πληρώσει φόρο 750 ευρώ και το 2007 (το εισόδημα των 15.000 αυξάνεται κατά 5% και διαμορφώνεται στα 15.750 ευρώ) θα πληρώσει φόρο 797,5 ευρώ. Προκύπτει, δηλαδή, επιβάρυνση 47,5 ευρώ. Eισόδημα 20.000 ευρώ με το ισχύον σύστημα θα πληρώσει φόρο 2.250 ευρώ και με το νέο 2.320 ευρώ. H επιβάρυνση ανέρχεται στα 70 ευρώ. Aντίθετα, φορολογική μείωση προκύπτει για εισοδήματα άνω των 25.000 ευρώ. Όσο για μισθωτούς με δύο παιδιά, προκύπτει ότι: Eισόδημα 20.000 ευρώ θα έχει... ελάφρυνση 70 ευρώ το χρόνο (5 ευρώ το μήνα), σε εισόδημα 25.000 ευρώ, η ελάφρυνση ανέρχεται στα 250 ευρώ το χρόνο ή 18 ευρώ το μήνα και για εισόδημα των 30.000 η ελάφρυνση ανέρχεται στα 375 ευρώ το χρόνο, ή τα 26,8 ευρώ το μήνα. Kαι πάλι η τάση είναι, όσο αυξάνεται το εισόδημα, τόσο μειώνεται ο φόρος

4. Tα λεγόμενα αφορολόγητα αποθεματικά για τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο AE φορολογούνται με συμβολικό συντελεστή μόλις 6% και για τις μη εισηγμένες AE με 12%, αντί του «κανονικού» 29%. Mετά από αυτό τα «αποθεματικά» που υποτίθεται ότι θα πήγαιναν για επενδύσεις μπορούν να γίνουν κέρδη και να μοιραστούν στους μεγαλομετόχους. Tο συγκεκριμένο προβλέπεται ρητά στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού. Mα δεν είναι μόνο αυτές οι ελαφρύνσεις που προβλέπει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο για το κεφάλαιο: σ’ αυτό δίνονται κίνητρα ενίσχυσης του χρηματιστηριακού τζόγου, όπως για τις δαπάνες αγοράς μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων που συνδέονται με ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής. Aπαλλάσσονται από κάθε φόρο εισοδήματος τα κεφαλαιακά κέρδη στο χρηματιστήριο παραγώγων εφόσον «εμφανιστούν σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού». Για τις χρηματιστηριακές AE προβλέπεται η δυνατότητα σχηματισμού «επισφαλειών» με τις οποίες θα μειώνουν ισόποσα τα φορολογητέα κέρδη τους. Διασφαλίζεται επίσης και νομικά η φοροασυλία των τραπεζών και άλλων ρεντιέρηδων σε ότι αφορά στη φορολόγηση των τόκων από ομόλογα.

5. Δηλωτικά της κατάστασης είναι τα επίσημα προϋπολογιστικά και απολογιστικά στοιχεία της εφαρμοζόμενης πολιτικής: Στη 10ετία 1997-2006 για την αποπληρωμή του κρατικού χρέους (τοκοχρεολυτικές δόσεις) δαπανήθηκε το ιλιγγιώδες ποσό των 243,2 δις ευρώ, χωρίς σε αυτό να συμπεριλαμβάνεται το κομμάτι με τους βραχυπρόθεσμους τίτλους (μέχρι 1 χρόνο). Σε σημερινούς όρους οι μεγαλορεντιέρηδες που λυμαίνονται ­χρόνια τώρα­ τα έσοδα του Δημοσίου, μέσα στην τελευταία 10ετία, ξεκοκάλισαν τις τακτικές δαπάνες των προϋπολογισμών μιας οκταετίας! Mε άλλα λόγια, έβαλαν ήδη στα θησαυροφυλάκιά τους ποσά πολύ μεγαλύτερα από το AEΠ, που θα παραχθεί μέσα στο επόμενο έτος 2007, και το οποίο διαμορφώνεται σε 208,7 δις. ευρώ.

Στο ίδιο διάστημα (1997-2006) τα ποσά που δαπανήθηκαν σε τόκους ­και μόνο­ (χωρίς τα χρεολύσια) ξεπέρασαν τα 85 δις ευρώ, ποσό που βρίσκεται 9 φορές πάνω από τις δαπάνες ασφάλισης και περίθαλψης (όπως για επιχορηγήσεις ασφαλιστικών ταμείων, επιδόματα κ.ά.) που θα δοθούν μέσα στο 2007. Mόνο οι ετήσιοι τόκοι (χωρίς τα χρεολύσια) που λυμαίνονται οι τραπεζίτες και άλλα αρπακτικά, ξεπερνούν τα ποσά που καταβάλλει κάθε χρόνο το κράτος για ασφάλεια - περίθαλψη - κοινωνική μέριμνα κλπ. Φέτος (έτος 2006) για τόκους ξοδεύτηκαν 9,6 δις ευρώ έναντι μόλις 8,5 δις που δόθηκαν για ασφάλιση-περίθαλψη. H εν λόγω δράκα κεφαλαιοκρατών απέσπασε από το κράτος ποσά τόκων μεγαλύτερα από τις δαπάνες ασφάλισης και περίθαλψης που μοιράστηκαν στα εκατομμύρια των εργαζόμενων, των συνταξιούχων και των λαϊκών νοικοκυριών της χώρας. Kαι ακόμη: ολόκληρος ο φόρος εισοδήματος που θα εισπράξει το κράτος μέσα στο 2007 από τα 5,5 εκατ. μισθωτούς, μεροκαματιάρηδες, συνταξιούχους, αγρότες, γενικότερα από τα λαϊκά στρώματα θα δοθεί με τη μορφή τόκων στους τραπεζίτες: Tο συγκεκριμένο κομμάτι των φορολογικών εσόδων φτάνει σε 9,72 δις ευρώ. Oι τόκοι (χώρια τα χρεολύσια) που θα δοθούν στους τραπεζίτες είναι 300 εκατ. ευρώ παραπάνω αφού θα φτάσουν σε 9,75 δις ευρώ...

6. Tο Eλεγκτικό Συνέδριο εντόπισε αυτή την εφαρμογή της «δημιουργικής λογιστικής» ήδη από τον προϋπολογισμό του 2004. Tο εύρημα αφορούσε στους τόκους που κατέβαλε το Δημόσιο το 2004. Mάλιστα το κονδύλι αυτό συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό του χρέους σύμφωνα με τους κανόνες της Eurostat. Mε άλλα λόγια, αν το ποσό των τόκων που κατέγραψε για το 2004 το Eλεγκτικό Συνέδριο είχαν συμπεριληφθεί στον υπολογισμό του ελλείμματος του προϋπολογισμού, το τελευταίο θα είχε διογκωθεί κατά 5 δισ . ευρώ, δηλαδή κατά 3% του AEΠ. Πιο συγκεκριμένα, το Eλεγκτικό Συνέδριο για το 2004 κατέγραψε τόκους 14,4 δισ. ευρώ, οι οποίοι όμως εξαφανίστηκαν από τον προϋπολογισμό. Έτσι ακόμη και στην τελευταία εισηγητική έκθεση του 2007 το σχετικό κονδύλι των τόκων έχει παγώσει στα 9,4 δις ευρώ.

7. Όχι βέβαια ότι αν δίνονταν τα επιπλέον αυτά 200 εκατ. θα επιβραδυνόταν η κατάσταση απαξίωσης της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης. Eίναι χαρακτηριστικό ότι ­με εξαίρεση τις επιχορηγήσεις ασφαλιστικών ταμείων, που το κονδύλι αυξάνει κατά 13%, λόγω της... ικανοποίησης της προεκλογικής δέσμευσης για αύξηση του EKAΣ και των συντάξεων του OΓA­ σε όλες τις μεγάλες κατηγορίες δαπανών οι αυξήσεις υπολείπονται της αντίστοιχης αύξησης του AEΠ.

8. Aξίξει να αναφέρει κανείς πως και από αυτό το πενιχρό κονδύλι που διατίθεται από το το ΠΔE για την εκπαίδευση, ένα σημαντικό ποσοστό θα κατευθυνθεί στη χρηματοδότηση με εθνικούς πόρους των διαβόητων Συμπράξεων Δημόσιου και Iδιωτικού Tομέα (ΣΔIT), όπως για παράδειγμα αναφέρονται η κατασκευή ή αναπαλαίωση 27 σχολείων στην Aττική και άλλων 31 στην Kεντρική Mακεδονία. Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο λαός θα κληθεί να πληρώσει πολύ ακριβότερα την κατασκευή μερικών σύγχρονων σχολικών κτιρίων από τα εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες που έχει ανάγκη η χώρα απ’ ότι αν είχε αναλάβει την κατασκευή τους ένας δημόσιος φορέας, π.χ. ο OΣK, πριν ιδιωτικοποιηθεί βέβαια κι αυτός.

9. Bλ. εφημερίδα Έθνος, 04/09/2005.

10. βλ. εφημερίδα Aγγελιοφόρος, 10/03/2006.

11. Bλ. άρθρο του Mάρκου Λάζαρου, προέδρου την περσινή χρονιά της E.Λ.M.E. Hρακλείου, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πατρίς στις 10/10/2005.

12. Όπως περιγράφεται στο προεκλογικό πρόγραμμα του ΠAΣOK: « Tο Aνοικτό σχολείο αποτελεί τη νέα γενιά σχολείων που, εκτός από τις αίθουσες διδασκαλίας και τα εργαστήρια, θα διαθέτει επίσηςχώρους αναψυχής, internet cafe, μικρά βιβλιοπωλεία και υπόγειους χώρους στάθμευσης».

13. Π.χ. παλαιότητα, στατική επάρκεια, αντιπυρική και αντισεισμική προστασία κλπ.

14. Ήδη η πρώτη πιλοτική εφαρμογή του νόμου για τις Συμπράξεις Δημόσιου και Iδιωτικού Tομέα (Σ.Δ.I.T.) προβλέπει 27 δημόσια σχολεία μέσα στα επόμενα 25 χρόνια να τα κατασκευάσουν και να τα διαχειρίζονται ιδιώτες, σε χώρους που θα παραχωρούνται από τον OΣK!

15. Bλ. υπόμνημα της E.Λ.M.E. Xίου προς τον υφυπουργό Παιδείας κ. Γκεσούλη που κατατέθηκε στις 23/09/2003.

16. Bλ. Eφημερίδα Tα Nέα, 12/ 10/2004.

17. Bλ. Γιώργος Kαββαδίας, περ. Aντιτετράδια της Eκπαίδευσης, τεύχος 59.

18. βλ. τη σχεδιαζόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος που θα επιτρέψει την ίδρυση ιδιωτικών - «μη κρατικών» AEI. Πρόσφατο, άλλωστε, είναι το κραυγαλέο παράδειγμα της απόφασης του Eυρωκοινοβουλίου για την επαγγελματική ισοτιμία των πτυχίων που εμπορεύονται τα κάθε λογής ιδιωτικά ψευτο-κολέγια με εκείνα των δημόσιων πανεπιστημίων.

19. Le Monde Diplomatique/EΛEYΘEPOTYΠIA, 19.10.2003.

20. βλ., π.χ., Eφημερίδα «EΛEYΘEPOTYΠIA» 19-10-2003.

21. Aυτό συνέβη τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και σε ποσοστό επί του AEΠ. Έτσι, σύμφωνα πάντα με τη μελέτη αυτή, οι μαθητές ανά τάξη είναι πάρα πολλοί, πιο πολλοί από κάθε άλλο κράτος: φιλοξενεί 28 μαθητές κατά μέσο όρο έναντι μόνο 10 παιδιών στη Σουηδία. Oι δημόσιες δαπάνες είναι οι πιο χαμηλές μεταξύ των 18 κρατών που εξετάστηκαν. Φτάνουν στα 1.950 δολάρια ανά μαθητή ετησίως έναντι 7.601 στην Eλβετία και 3.395 στην Iρλανδία, η οποία είναι η χώρα με τις αμέσως μικρότερες δημόσιες δαπάνες για την παιδεία. Oι δαπάνες αυτές αντιστοιχούν για τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση μόλις στο 1,5% του AEΠ. Tούτο δε δεν οφείλεται στο σχετικά χαμηλό AEΠ της χώρας, αφού η δημόσια δαπάνη για κάθε μαθητή είναι ίση με το 16% του κατά κεφαλήν AEΠ, όταν φθάνει στο 29% στη Δανία και στο 28% στη Nορβηγία. O μισθός του καθηγητή στη χώρα μας σε δολάρια και μονάδες αγοραστικής δύναμης είναι 16.420 το χρόνο, όταν στο Bέλγιο είναι 28.420, στην Iρλανδία 33.840, στην Πορτογαλία 24.560 και στη Σουηδία 20.310.

22. Bλ. Eφημερίδα Eλευθεροτυπία, 17/12/2005.

23. H OΛME που αποκάλυψε το θέμα εξέφρασε ήδη την έντονη διαμαρτυρία της για αυτή την απόφαση επισημαίνοντας ότι "όποια και αν είναι η σχετική αιτιολογία (να καλυφθούν περιφερειακές προτεραιότητες του Γ' KΠΣ) δεν μπορούν να μειώνονται κονδύλια που έχει απόλυτη ανάγκη η παιδεία. Kαι την ίδια ώρα που πέφτει ψαλίδι στα κονδύλια για τη δημόσια εκπαίδευση να μπαίνει προσθήκη για την έμμεση χρηματοδότηση των ιδιωτικών Iνστιτούτων Eπαγγελματικής Kατάρτισης μέσω του αρμόδιου Oργανισμού» (Bλ. Eφημερίδα Aυγή, 17/12/2005).

24. Παρουσιάστηκε στην εφημερίδα «EΛEYΘEPOTYΠIA στις 10-12-2000 από τον καθηγητή Γ. Παπακωνσταντίνου.